Το 1974 είχε στηθεί μια σατανική πλεκτάνη για να εξουδετερωθούν όλοι οι μηχανισμοί του ελληνικού κράτους που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην αντίδραση της Ελλάδας για να αποτραπεί με στρατιωτικά μέσα η τουρκική εισβολή στην Κύπρο.
Θα αναφέρω μόνο τρία χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Την παραμονή της εισβολής, το βράδυ της 19ης Ιουλίου 1974, αξιωματικοί που
υπηρετούσαν σε μονάδες της Κύπρου απευθύνθηκαν στο ΓΕΕΦ επειδή είχαν πάρει πληροφορίες και ανησυχούσαν για την επικείμενη τουρκική εισβολή. Η απάντηση που έλαβαν από το Επιτελείο ήταν «Κύριοι, πάτε για ύπνο», όπως αναφέρει στο ομώνυμο βιβλίο-μαρτυρία ο αντιστράτηγος Ελευθέριος Σταμάτης, που υπηρετούσε τότε ως λοχαγός στη δοξασμένη 31η Μοίρα Καταδρομών.
Τα υποβρύχια «Γλαύκος» και «Νηρεύς» τρεις φορές προσέγγισαν στην Κύπρο, δύο στον πρώτο και μία στον δεύτερο Αττίλα, και τρεις φορές τα γύρισαν πίσω με σχετικές διαταγές. Ο πλωτάρχης Γαβριήλ στην απόρρητη έκθεσή του δεν αφήνει πολλά περιθώρια παρανόησης για το πώς θα μπορούσε να αλλάξει η μοίρα της Κύπρου αν δεν διέκοπτε η Αθήνα την επιχείρηση των υποβρυχίων προς της Κύπρο. Γράφει: «Κατά τη μετακίνησιν του Υποβρυχίου προς Κύπρον, ήμουν πεπεισμένος ότι εφ’ όσον δεν διεκόπτετο ο πλους και ανελάμβανα δράσιν ομού μετά του υποβρυχίου “Νηρεύς”, αι απώλειαι τα οποίας θα επιφέραμεν εις τον εχθρόν θα ήσαν τόσαι ώστε να ηναγκάζετο να ματαιώσει την αποβίβασιν».
Ο πτέραρχος Παναγιώτης Μπαλές, στο βιβλίο του Παρακαταθήκες αετών (εκδ. Ινφογνώμων), αναφέρει ότι ο ίδιος ως επικεφαλής τετράδας αεροσκαφών Φάντομ (F-4), μαζί με άλλη μια τετράδα με επικεφαλής τον αντισμήναρχο Σκρέκα και εμπειρότατα πληρώματα, στις 22 Ιουλίου πέταξαν από την Ανδραβίδα στο Ηράκλειο της Κρήτης για να επιχειρήσουν εναντίον των Τούρκων που αποβιβάζονταν στην Κερύνεια. Έλαβαν άνωθεν εντολή και δεν πέταξαν ποτέ. Αν πετούσαν θα είχαμε το πλεονέκτημα στον αέρα, αφού τα Φάντομ ήταν μια γενιά νεότερα από τα τουρκικά αεροσκάφη που πετούσαν και υποστήριζαν την επιχείρηση της εισβολής.
Το τι ακολούθησε το γνωρίζουμε όλοι.
Το 37% του νησιού καταλήφθηκε από τον τουρκικό στρατό και παραμένει υπό κατοχή μέχρι σήμερα. Μάλιστα, σήμερα οι φωνές της «λογικής» προσπαθούν να μας πείσουν ότι πρέπει να αποδεχτούμε αυτήν την πραγματικότητα, να αποδεχτούμε και τους εποίκους, οι οποίοι εδώ και δυο γενιές είναι κάτοικοι του νησιού. Το επιχείρημα είναι το εξής: «Τι θα τους πούμε τώρα, ότι δεν είστε Τουρκοκύπριοι;».
Μετά την επιστροφή του πρωθυπουργού Τσίπρα από την Ουάσινγκτον, ως διά μαγείας άνοιξαν μια σειρά ζητήματα της εξωτερικής μας πολιτικής. Ο Έλληνες ΥΠΕΞ πήγε στην Άγκυρα και ακολούθησε η επίσκεψη Ερντογάν στην Ελλάδα, ο Αλβανός και ο Σκοπιανός ΥΠΕΞ ήλθαν στην Ελλάδα και συναντήθηκαν με τον Έλληνα ομόλογό τους και αμέσως μετά άρχισε να παρατηρείται κινητικότητα και στα θέματα που σχετίζονται με την Αλβανία και στο Σκοπιανό.
Ιδιαίτερα στο Σκοπιανό, που υπάρχει βιασύνη να «κλείσει», ενόψει της συνόδου του ΝΑΤΟ το καλοκαίρι, όπου αναμένεται να γίνει δεκτό το κράτος των Σκοπίων, παρατηρείται ακριβώς η ίδια κατάσταση που επικρατούσε τις παραμονές της εισβολής στην Κύπρο. Οι πάντες είναι «πιασμένοι» για να βρεθεί ένας τρόπος και να δεχτεί η Ελλάδα τη σύνθετη ονομασία, δηλαδή Νέα ή Βόρεια Μακεδονία.
Για το θέμα έχουν γραφτεί πολλά, απλώς να υπογραμμίσουμε ότι αν το κράτος αυτό ονομάζεται Μακεδονία, με γεωγραφικό ή χρονικό προσδιορισμό, τότε, όσες αλλαγές κι να γίνουν στο σύνταγμά του, που δεν θα γίνουν, οι κάτοικοί του θα αποτελούν το «μακεδονικό έθνος που μιλά τη μακεδονική γλώσσα».
Άρα, πηγή του αλυτρωτισμού είναι το όνομα – τελεία και παύλα.
Όσο για το επιχείρημα εκείνων που λένε να δώσουμε το όνομα, λες και έχουμε δικαίωμα να κάνουμε κάτι τέτοιο, είναι το ίδιο με εκείνο της Κύπρου: «Αυτοί οι άνθρωποι ξέρουν ότι είναι Μακεδόνες 2-3 γενιές, τι θα τους πούμε τώρα, ότι δεν είναι;».
Δείτε όμως τι έλεγε για το θέμα το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ το 1944, τότε που ιδρύθηκε το κράτος των Σκοπίων: «Η κυβέρνηση των ΗΠΑ θεωρεί τις συζητήσεις περί μακεδονικού “κράτους”, μακεδονικής “πατρίδας”, και μακεδονικής “εθνικής συνείδησης” αβάσιμη προπαγάνδα, η οποία δεν έχει καμία σχέση με κάποια εθνική ή πολιτική πραγματικότητα, και διακρίνουμε στις προσπάθειες αυτές κεκαλυμμένες επιθετικές διαθέσεις κατά της Ελλάδος».
-->
Θα αναφέρω μόνο τρία χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Την παραμονή της εισβολής, το βράδυ της 19ης Ιουλίου 1974, αξιωματικοί που
υπηρετούσαν σε μονάδες της Κύπρου απευθύνθηκαν στο ΓΕΕΦ επειδή είχαν πάρει πληροφορίες και ανησυχούσαν για την επικείμενη τουρκική εισβολή. Η απάντηση που έλαβαν από το Επιτελείο ήταν «Κύριοι, πάτε για ύπνο», όπως αναφέρει στο ομώνυμο βιβλίο-μαρτυρία ο αντιστράτηγος Ελευθέριος Σταμάτης, που υπηρετούσε τότε ως λοχαγός στη δοξασμένη 31η Μοίρα Καταδρομών.
Τα υποβρύχια «Γλαύκος» και «Νηρεύς» τρεις φορές προσέγγισαν στην Κύπρο, δύο στον πρώτο και μία στον δεύτερο Αττίλα, και τρεις φορές τα γύρισαν πίσω με σχετικές διαταγές. Ο πλωτάρχης Γαβριήλ στην απόρρητη έκθεσή του δεν αφήνει πολλά περιθώρια παρανόησης για το πώς θα μπορούσε να αλλάξει η μοίρα της Κύπρου αν δεν διέκοπτε η Αθήνα την επιχείρηση των υποβρυχίων προς της Κύπρο. Γράφει: «Κατά τη μετακίνησιν του Υποβρυχίου προς Κύπρον, ήμουν πεπεισμένος ότι εφ’ όσον δεν διεκόπτετο ο πλους και ανελάμβανα δράσιν ομού μετά του υποβρυχίου “Νηρεύς”, αι απώλειαι τα οποίας θα επιφέραμεν εις τον εχθρόν θα ήσαν τόσαι ώστε να ηναγκάζετο να ματαιώσει την αποβίβασιν».
Ο πτέραρχος Παναγιώτης Μπαλές, στο βιβλίο του Παρακαταθήκες αετών (εκδ. Ινφογνώμων), αναφέρει ότι ο ίδιος ως επικεφαλής τετράδας αεροσκαφών Φάντομ (F-4), μαζί με άλλη μια τετράδα με επικεφαλής τον αντισμήναρχο Σκρέκα και εμπειρότατα πληρώματα, στις 22 Ιουλίου πέταξαν από την Ανδραβίδα στο Ηράκλειο της Κρήτης για να επιχειρήσουν εναντίον των Τούρκων που αποβιβάζονταν στην Κερύνεια. Έλαβαν άνωθεν εντολή και δεν πέταξαν ποτέ. Αν πετούσαν θα είχαμε το πλεονέκτημα στον αέρα, αφού τα Φάντομ ήταν μια γενιά νεότερα από τα τουρκικά αεροσκάφη που πετούσαν και υποστήριζαν την επιχείρηση της εισβολής.
Το τι ακολούθησε το γνωρίζουμε όλοι.
Το 37% του νησιού καταλήφθηκε από τον τουρκικό στρατό και παραμένει υπό κατοχή μέχρι σήμερα. Μάλιστα, σήμερα οι φωνές της «λογικής» προσπαθούν να μας πείσουν ότι πρέπει να αποδεχτούμε αυτήν την πραγματικότητα, να αποδεχτούμε και τους εποίκους, οι οποίοι εδώ και δυο γενιές είναι κάτοικοι του νησιού. Το επιχείρημα είναι το εξής: «Τι θα τους πούμε τώρα, ότι δεν είστε Τουρκοκύπριοι;».
Μετά την επιστροφή του πρωθυπουργού Τσίπρα από την Ουάσινγκτον, ως διά μαγείας άνοιξαν μια σειρά ζητήματα της εξωτερικής μας πολιτικής. Ο Έλληνες ΥΠΕΞ πήγε στην Άγκυρα και ακολούθησε η επίσκεψη Ερντογάν στην Ελλάδα, ο Αλβανός και ο Σκοπιανός ΥΠΕΞ ήλθαν στην Ελλάδα και συναντήθηκαν με τον Έλληνα ομόλογό τους και αμέσως μετά άρχισε να παρατηρείται κινητικότητα και στα θέματα που σχετίζονται με την Αλβανία και στο Σκοπιανό.
Ιδιαίτερα στο Σκοπιανό, που υπάρχει βιασύνη να «κλείσει», ενόψει της συνόδου του ΝΑΤΟ το καλοκαίρι, όπου αναμένεται να γίνει δεκτό το κράτος των Σκοπίων, παρατηρείται ακριβώς η ίδια κατάσταση που επικρατούσε τις παραμονές της εισβολής στην Κύπρο. Οι πάντες είναι «πιασμένοι» για να βρεθεί ένας τρόπος και να δεχτεί η Ελλάδα τη σύνθετη ονομασία, δηλαδή Νέα ή Βόρεια Μακεδονία.
Για το θέμα έχουν γραφτεί πολλά, απλώς να υπογραμμίσουμε ότι αν το κράτος αυτό ονομάζεται Μακεδονία, με γεωγραφικό ή χρονικό προσδιορισμό, τότε, όσες αλλαγές κι να γίνουν στο σύνταγμά του, που δεν θα γίνουν, οι κάτοικοί του θα αποτελούν το «μακεδονικό έθνος που μιλά τη μακεδονική γλώσσα».
Άρα, πηγή του αλυτρωτισμού είναι το όνομα – τελεία και παύλα.
Όσο για το επιχείρημα εκείνων που λένε να δώσουμε το όνομα, λες και έχουμε δικαίωμα να κάνουμε κάτι τέτοιο, είναι το ίδιο με εκείνο της Κύπρου: «Αυτοί οι άνθρωποι ξέρουν ότι είναι Μακεδόνες 2-3 γενιές, τι θα τους πούμε τώρα, ότι δεν είναι;».
Δείτε όμως τι έλεγε για το θέμα το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ το 1944, τότε που ιδρύθηκε το κράτος των Σκοπίων: «Η κυβέρνηση των ΗΠΑ θεωρεί τις συζητήσεις περί μακεδονικού “κράτους”, μακεδονικής “πατρίδας”, και μακεδονικής “εθνικής συνείδησης” αβάσιμη προπαγάνδα, η οποία δεν έχει καμία σχέση με κάποια εθνική ή πολιτική πραγματικότητα, και διακρίνουμε στις προσπάθειες αυτές κεκαλυμμένες επιθετικές διαθέσεις κατά της Ελλάδος».
Συμπατριώτες, πρέπει να αναλογιστούμε ότι είμαστε προ μιας εθνικής καταστροφής. Επειδή όλα είναι «πιασμένα», οι μόνοι που μπορούμε να το αποτρέψουμε είμαστε εμείς, οι πολίτες.
Γι’ αυτό, όλοι στο συλλαλητήριο την Κυριακή 4 Φεβρουαρίου, 14:00, στο Σύνταγμα στην Αθήνα.
Για τη Μακεδονία, για την Ελλάδα.
pontos-news.gr
Από το katohika
loading...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου