Βασικό χαρακτηριστικό του Σωκράτη -ο οποίος πριν ασχοληθεί με τη φιλοσοφία διδάχθηκε την τέχνη του λιθοξόου, που ασκούσε ο πατέρας του Σωφρονίσκος- ήταν η διάθεση του να μην αφήνει τίποτε ανεξέταστο, να μη θεωρεί τίποτε δεδομένο αλλά πάντοτε να επιζητεί να ελέγχει το καθετί, όσο προφανές και αν φαινόταν αυτό. Η στάση του αυτή απέναντι στα πράγματα τον έκανε να ξεχωρίζει από τους συνανθρώπους του. Κάποτε, μάλιστα, το Μαντείο των Δελφών, όταν ρωτήθηκε σχετικά, αποφάνθηκε ότι
ο πιο σοφός από τους ανθρώπους ήταν ο Σωκράτης. Η ρήση αυτή ξάφνιασε τον ίδιο τον Σωκράτη, ο οποίος πίστευε ότι κάθε άλλο παρά σοφός ήταν. Παράλληλα, όμως, θεωρούσε ότι ένας θεός δεν θα μπορούσε να λέει ψέματα. Έτσι, θέλοντας να διαπιστώσει τι πράγματι εννοούσε ο θεός με την απόφανση εκείνη του Μαντείου των Δελφών, ο Σωκράτης επισκέφθηκε ορισμένους συμπολίτες του που φημίζονταν για τη σοφία τους...
-->
ο πιο σοφός από τους ανθρώπους ήταν ο Σωκράτης. Η ρήση αυτή ξάφνιασε τον ίδιο τον Σωκράτη, ο οποίος πίστευε ότι κάθε άλλο παρά σοφός ήταν. Παράλληλα, όμως, θεωρούσε ότι ένας θεός δεν θα μπορούσε να λέει ψέματα. Έτσι, θέλοντας να διαπιστώσει τι πράγματι εννοούσε ο θεός με την απόφανση εκείνη του Μαντείου των Δελφών, ο Σωκράτης επισκέφθηκε ορισμένους συμπολίτες του που φημίζονταν για τη σοφία τους...
Ο Σωκράτης – κατά τον πανεπιστημιακό δάσκαλο και φιλόσοφο, Θεοδόση Πελεγρίνη- ήταν ένας φιλόσοφος, στον οποίο ο τρόπος του θανάτου του προσέδωσε ηρωική διάσταση. Ο Σωκράτης καταδικάσθηκε σε θάνατο βάσει της καταγγελίας τριών συμπολιτών του -του Ανύτου, του Μελήτου και του Λύκωνα- ότι με τη διδασκαλία του διέφθειρε τους νέους και εισήγε καινά δαιμόνια, δηλαδή νέους θεούς. Αν και θεώρησε την κατηγορία άδικη και μολονότι, μετά την καταδίκη του, με τη συνδρομή ισχυρών φίλων και μαθητών του, είχε τη δυνατότητα να αποδράσει από τη φυλακή, ο Σωκράτης δέχθηκε γαλήνια την ποινή του θανάτου του, για να μην παραβεί τους νόμους της πόλεως του και προδώσει τις αρχές του, φροντίζοντας, όμως, να προειδοποιήσει τους δικαστές του ότι η μέθοδος αυτή -το να βγάζεις από τη μέση όποιον διαφωνεί μαζί σου και σε κρίνει- είναι επικίνδυνη. Παρομοιάζοντας τον εαυτό του με αλογόμυγα (οίστρος), την οποία απέστειλαν οι θεοί στην πόλη, για να κρατάει σε εγρήγορση τους συμπολίτες του, οι τελευταίοι αυτοί, υποστήριξε κατά τη διεξαχθείσα δίκη του ο Σωκράτης, θα έπρεπε να του είναι ευγνώμονες και προειδοποίησε τους δικαστές του, και μέσω αυτών τους συμπολίτες του, πως, σκοτώνοντας τον, θα κοιμούνται σε όλη την υπόλοιπη ζωή τους αμέριμνοι -εκτός και αν οι θεοί τους λυπηθούν και τους στείλουν καμιά άλλη αλογόμυγα.
Βασικό χαρακτηριστικό του Σωκράτη -ο οποίος πριν ασχοληθεί με τη φιλοσοφία διδάχθηκε την τέχνη του λιθοξόου, που ασκούσε ο πατέρας του Σωφρονίσκος- ήταν η διάθεση του να μην αφήνει τίποτε ανεξέταστο, να μη θεωρεί τίποτε δεδομένο αλλά πάντοτε να επιζητεί να ελέγχει το καθετί, όσο προφανές και αν φαινόταν αυτό.
Η στάση του αυτή απέναντι στα πράγματα τον έκανε να ξεχωρίζει από τους συνανθρώπους του. Κάποτε, μάλιστα, το Μαντείο των Δελφών, όταν ρωτήθηκε σχετικά, αποφάνθηκε ότι ο πιο σοφός από τους ανθρώπους ήταν ο Σωκράτης. Η ρήση αυτή ξάφνιασε τον ίδιο τον Σωκράτη, ο οποίος πίστευε ότι κάθε άλλο παρά σοφός ήταν. Παράλληλα, όμως, θεωρούσε ότι ένας θεός δεν θα μπορούσε να λέει ψέματα. Έτσι, θέλοντας να διαπιστώσει τι πράγματι εννοούσε ο θεός με την απόφανση εκείνη του Μαντείου των Δελφών, ο Σωκράτης επισκέφθηκε ορισμένους συμπολίτες του που φημίζονταν για τη σοφία τους.
Από τις επισκέψεις του εκείνες ο Σωκράτης διαπίστωσε ότι όλοι τους, ενώ είχαν τη φήμη του σοφού ανθρώπου, στην πραγματικότητα δεν ήταν. Έτσι, κατέληξε στη διαπίστωση ότι «μόνον ο θεός είναι σοφός... και ότι η σοφία των ανθρώπων είναι ελάχιστη, αν όχι ανύπαρκτη».
Την αλήθεια αυτή, όμως, την αγνοούσαν όλοι, εκτός από τον Σωκράτη, ο οποίος δεν δίσταζε να διακηρύσσει την άγνοια του λέγοντας «εν οίδα ότι ουδέν οίδα». Τούτο, το γεγονός ότι αναγνώριζε την άγνοια του, συμπέρανε ο Σωκράτης, θα πρέπει να ήταν ο λόγος για τον οποίο ο θεός τον διέκρινε από τους υπόλοιπους ανθρώπους, θεωρώντας τον ως τον πιο σοφό.
Ένα άλλο, επίσης, χαρακτηριστικό του ήταν ότι πάντοτε, όταν επρόκειτο να αποφασίσει για κάτι, εμπνεόταν από το δαιμόνιον, μία θεία φωνή μέσα του, που τον απέτρεπε από λανθασμένες επιλογές. Πράγματι, ο Σωκράτης -ο οποίος γεννήθηκε στην Αθήνα και δεν απομακρύνθηκε από αυτήν παρά μόνο όταν συμμετέσχε το 431 π.Χ. στην εκστρατεία στην Ποτίδαια και το 424 π.Χ. στη μάχη του Δηλίου- ήταν μία ξεχωριστή μορφή ανθρώπου. Ασκούσε μεγάλη γοητεία, και ιδιαίτερα στους νέους, μολονότι ήταν άσχημος.
Ήταν εγκρατής, καθόσον ήταν σε θέση να κυριαρχεί επί των παθών του, χωρίς, όμως, να αρνείται τη χαρά των απολαύσεων. Έτσι, μπορεί μεν να απέφευγε να πίνει συχνά αλλά ήταν πολύ δυνατός στο κρασί- μπορεί ο ίδιος να μην έγινε ποτέ έρμαιο ερωτικού πάθους αλλά τούτο δεν τον εμπόδιζε να εξυμνεί τον έρωτα. Η πολυπρισματική αυτή συμπεριφορά του Σωκράτη οδήγησε αργότερα τους μαθητές του, έχοντας την ως πρότυπο, να δημιουργήσουν διαφορετικές μεταξύ τους σχολές φιλοσοφίας: συγκεκριμένα, την κυνική σχολή, στο πλαίσιο της οποίας απορρίπτονταν οι ηδονές, και την κυρηναϊκή σχολή, στους κόλπους της οποίας υποστηριζόταν ότι η ευδαιμονία του ανθρώπου είναι συνυφασμένη με την κάρπωση των ηδονών.
Ο Σωκράτης, όπως οι σοφιστές, έστρεψε το φιλοσοφικό ενδιαφέρον του από τα ζητήματα της φύσης, στα οποία είχαν επικεντρώσει τη μελέτη τους οι εκπρόσωποι της προσωκρατικής φιλοσοφίας, στη διερεύνηση θεμάτων της ηθικής φιλοσοφίας.
Αντίθετα, όμως, προς τους σοφιστές, οι οποίοι εισηγήθηκαν τη θεωρία της σχετικοκρατίας, την άποψη, δηλαδή, ότι η αλήθεια δεν είναι μία αλλά πολλές και ότι οι ηθικές αξίες ποικίλλουν από εποχή σε εποχή και από τόπο σε τόπο, ο Σωκράτης υποστήριζε ότι υπάρχει μία απόλυτη αλήθεια και ότι οι ηθικές αξίες έχουν οικουμενικό και όχι σχετικό χαρακτήρα, ότι δηλαδή το αγαθό, η δικαιοσύνη κ.ά. έχουν την ίδια ισχύ για όλους τους ανθρώπους, ανεξαρτήτως εποχής και τόπου.
Ειδικότερα, ο Σωκράτης ταύτισε την αρετή με τη γνώση. Πίστευε, δηλαδή, ότι, αν πράττει κανείς το κακό, το πράττει επειδή δεν γνωρίζει ότι αυτό που πράττει είναι κακό και ότι, αν γνώριζε ότι αυτό που πράττει είναι πράγματι κακό, δεν θα το έπραττε-κανένας δεν είναι κακός, επειδή θέλει να είναι κακός - ουδείς εκών κακός.
Επομένως, εκείνο που προέχει, για να καταστεί κανείς ηθικώς καλός, είναι η γνώση για το τι είναι πράγματι καλό, μία γνώση, όμως, η οποία θα πρέπει να αποκτάται βάσει της σωστής μεθόδου- αν όλοι οι άνθρωποι, υποστήριξε ο Σωκράτης, ακολουθούσαν τη σωστή μέθοδο, τότε όλοι θα συμφωνούσαν ποιο είναι το πραγματικό αγαθό -το πραγματικό δίκαιο, το πραγματικό όσιο κ.ο.κ.-, οπότε όλοι θα ήταν ηθικώς καλοί.
Η σωστή μέθοδος, κατά τον Σωκράτη, που πρέπει να ακολουθεί κανείς, για να αποκτήσει τη γνώση του αγαθού, του δικαίου και κάθε άλλης αρετής, αλλά και, γενικότερα, της αλήθειας του κάθε πράγματος, συνίσταται σε τρία βασικά στάδια: πρώτον ο ζητητής της αλήθειας θα πρέπει να απαλλαγεί από κάθε προκατάληψη, να θεωρήσει, προσεγγίζοντας ένα ζήτημα, ότι δεν γνωρίζει τίποτε γι' αυτό- δεύτερον, αντιμετωπίζοντας με εντελώς παρθένα μάτια το υπό εξέταση ζήτημα, να το διερευνήσει από όλες τις πλευρές και παραμέτρους του- τρίτον, έχοντας, ύστερα από την επισταμένη ερευνά του συγκεντρώσει όλες τις πληροφορίες για το ζήτημα που τον απασχολεί, να σχηματίσει την έννοια του πράγματος, στη διερεύνηση του οποίου στοχεύει. Κατέχοντας την έννοια, π.χ., της δικαιοσύνης, είναι σε θέση κανείς, συγκρίνοντας μία πράξη προς την έννοια της δικαιοσύνης, να γνωρίζει αν η πράξη αυτή είναι δίκαιη για να την πράξει, ή αν είναι άδικη για να την αποφύγει.
Ο Σωκράτης επιχείρησε να προβάλει τη διδασκαλία του για τη γνώση και την αρετή -αλλά και γενικότερα τις απόψεις του-όχι κατά τρόπο απόλυτο, αλλά συζητώντας με τους μαθητές του και τους άλλους συνομιλητές του. Πρόθεση του δεν ήταν να τους επιβάλει τις δικές του δοξασίες αλλά να διαμορφώσουν μόνοι τους άποψη για το εκάστοτε υπό εξέταση ζήτημα. Προς τούτο ο Σωκράτης -ο οποίος για το διδακτικό έργο του δεν έπαιρνε χρήματα, όπως οι σοφιστές, οι οποίοι δίδασκαν επ' αμοιβή- χρησιμοποιούσε έναν τρόπο διδασκαλίας, τον οποίο εμπνεύσθηκε από τη μητέρα του Φαιναρέτη, που ήταν μαία.
Όπως η μαία βοηθάει την εγκυμονούσα γυναίκα να γεννήσει το παιδί που φέρει μέσα της, έτσι και ο Σωκράτης προσπαθούσε, συζητώντας με τους μαθητές ή τους συνομιλητές του, με τις κατάλληλες ερωτήσεις να τους κατευθύνει κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να φθάσουν μόνοι τους στη λύση του υπό εξέταση ζητήματος -με άλλα λόγια, να τους εκμαιεύσει την επιζητούμενη λύση. (…).
Από την ιστοσελίδα του κ. Άγγελου Σακκέτου
loading...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου