Η συνταρακτική ώρα του θανάτου, όταν η ψυχή χωρίζεται από το σώμα, αποτελεί ένα διαρκές μυστήριο που δεν έχει ερμηνευτεί. Δεν είναι, όμως, λίγες οι περιπτώσεις ανθρώπων που επανήλθαν στη ζωή και μπόρεσαν να περιγράψουν τη μοναδική εμπειρία της εξόδου της ψυχής τους, καθώς και όλα όσα είδαν στη διάρκεια της απουσίας της από το σώμα. Ένα τέτοιο συγκλονιστικό φαινόμενο διηγείται στην εφημερίδα «Ορθόδοξη Αλήθεια» ο Λουκάς Αθανασόπουλος.
Ο 74χρονος συνταξιούχος εξιστορεί τη μεταθανάτια εμπειρία που είχε πριν
από 18 χρόνια, σε μία εποχή που δεν αντιμετώπιζε κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας. Όπως αποκαλύπτει είχε προηγηθεί ένα όνειρο με τον ήδη αποβιώσαντα κουμπάρο του, το οποίο τον είχε προϊδεάσει ότι θα βίωνε την τρομακτική εμπειρία του θανάτου του. Δύο 24ωρα μετά ένιωσε την ψυχή του να φεύγει. Ο κ. Αθανασόπουλος αποφάσισε να περιγράψει όλα όσα είδε και αισθάνθηκε.
Όπως λέει, θεωρεί τη μεταθανάτια εμπειρία του ως ότι πιο σημαντικό που του έχει συμβεί και τη θυμάται με κάθε λεπτομέρεια.
Το συγκλονιστικό ταξίδι του στον χώρο του μεταφυσικού συνέβη ένα μεσημέρι, τον Νοέμβριο του 1999, όταν ξάπλωσε στο κρεβάτι του και ένιωσε ξαφνικά ένα βάρος στα μάτια του: «Ένιωσα ότι ‘φεύγω’, ότι είμαι ένα ‘πούπουλο’ που το παίρνει ο αέρας και βρίσκομαι στην Καλαμάτα, στην αγορά όπου πέρασα τα παιδικά μου χρόνια. Μετά ανέβηκα πάνω από τα σύννεφα και βρέθηκα σε έναν απέραντο κάμπο, με πολύ πράσινο, που στο μέσον του υπήρχε ένας ατελείωτος διάδρομος ο οποίος κατέληγε ψηλά, σε ένα παλάτι που φεγγοβολούσε. Από το νέο περιβάλλον όπου βρέθηκα και προσπαθούσα να προσαρμοστώ στον χώρο, άκουσα μία γνώριμη φωνή να μου λέει: ‘Λουκά, καλώς ήλθες, δεν ξέρεις πόσο χαίρομαι που είσαι κοντά μας, εδώ είναι πολύ ωραία, θα δεις πόσο καλά θα περνάμε’. Χωρίς να βλέπω το σώμα, κατάλαβα ότι ήταν ο αδελφός μου, ο οποίος έχει πεθάνει προ πολλού και ήταν πολύ θρήσκος άνθρωπος. Εγώ χάρηκα που τον άκουσα, αλλά συνέχιζα να αισθάνομαι άβολα και φοβισμένα και του λέω: ‘Πήγαινε, σε παρακαλώ, να πεις στον Χριστό μας να με αφήσει να κατέβω κάτω, διότι θέλω να δω το παιδί μου, την οικογένεια μου'».
Οι λεπτομέρειες με τις οποίες ο 74χρονος περιγράφει την απόκοσμη εμπειρία του καθηλώνουν.
«Δεν υπάρχουν λόγια, ζωγραφιές, ποιήματα, αισθήσεις να περιγράψουν το τι ένιωσα, το τι έβλεπα, τι άκουγα, τι αισθανόμουν. Σε όλο το περιβάλλον υπήρχε πολύ φως, λες και φωτιζόταν ο χώρος από χίλιους ήλιους. Ο αέρας είχε μία θαυμάσια μυρωδιά, όπως όταν μπαίνεις σε ένα περιβάλλον γεμάτο δέντρα και λουλούδια. Δεν ξέρω πόση ώρα ήμουν μαγεμένος και καθηλωμένος εκεί, όταν άκουσα ξαφνικά τη φωνή του αδελφού μου να μου λέει: ‘Λουκά, δεν μπόρεσα να δω τον Χριστό μας, δεν είναι εύκολο να τον δεις, αλλά σε παρακαλώ, μείνε εδώ. Θα περάσουμε μία ατελείωτη, ευτυχισμένη ζωή, σε παρακαλώ μη φεύγεις’. Εγώ του επανέλαβα ότι θέλω να δω την οικογένεια μου. Τότε αστραπιαία άκουσα ένα χλιμίντρισμα αλόγων, κάτι με άρπαξε και δεν θυμάμαι τίποτε άλλο. Βρέθηκα κουλουριασμένος στο κρεβάτι. Έτρεμα παρότι ήμουν σκεπασμένος, χωρίς αμέσως να καταλάβω πού ήμουν».
-->
Ο 74χρονος συνταξιούχος εξιστορεί τη μεταθανάτια εμπειρία που είχε πριν
από 18 χρόνια, σε μία εποχή που δεν αντιμετώπιζε κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας. Όπως αποκαλύπτει είχε προηγηθεί ένα όνειρο με τον ήδη αποβιώσαντα κουμπάρο του, το οποίο τον είχε προϊδεάσει ότι θα βίωνε την τρομακτική εμπειρία του θανάτου του. Δύο 24ωρα μετά ένιωσε την ψυχή του να φεύγει. Ο κ. Αθανασόπουλος αποφάσισε να περιγράψει όλα όσα είδε και αισθάνθηκε.
Όπως λέει, θεωρεί τη μεταθανάτια εμπειρία του ως ότι πιο σημαντικό που του έχει συμβεί και τη θυμάται με κάθε λεπτομέρεια.
Το συγκλονιστικό ταξίδι του στον χώρο του μεταφυσικού συνέβη ένα μεσημέρι, τον Νοέμβριο του 1999, όταν ξάπλωσε στο κρεβάτι του και ένιωσε ξαφνικά ένα βάρος στα μάτια του: «Ένιωσα ότι ‘φεύγω’, ότι είμαι ένα ‘πούπουλο’ που το παίρνει ο αέρας και βρίσκομαι στην Καλαμάτα, στην αγορά όπου πέρασα τα παιδικά μου χρόνια. Μετά ανέβηκα πάνω από τα σύννεφα και βρέθηκα σε έναν απέραντο κάμπο, με πολύ πράσινο, που στο μέσον του υπήρχε ένας ατελείωτος διάδρομος ο οποίος κατέληγε ψηλά, σε ένα παλάτι που φεγγοβολούσε. Από το νέο περιβάλλον όπου βρέθηκα και προσπαθούσα να προσαρμοστώ στον χώρο, άκουσα μία γνώριμη φωνή να μου λέει: ‘Λουκά, καλώς ήλθες, δεν ξέρεις πόσο χαίρομαι που είσαι κοντά μας, εδώ είναι πολύ ωραία, θα δεις πόσο καλά θα περνάμε’. Χωρίς να βλέπω το σώμα, κατάλαβα ότι ήταν ο αδελφός μου, ο οποίος έχει πεθάνει προ πολλού και ήταν πολύ θρήσκος άνθρωπος. Εγώ χάρηκα που τον άκουσα, αλλά συνέχιζα να αισθάνομαι άβολα και φοβισμένα και του λέω: ‘Πήγαινε, σε παρακαλώ, να πεις στον Χριστό μας να με αφήσει να κατέβω κάτω, διότι θέλω να δω το παιδί μου, την οικογένεια μου'».
Οι λεπτομέρειες με τις οποίες ο 74χρονος περιγράφει την απόκοσμη εμπειρία του καθηλώνουν.
«Δεν υπάρχουν λόγια, ζωγραφιές, ποιήματα, αισθήσεις να περιγράψουν το τι ένιωσα, το τι έβλεπα, τι άκουγα, τι αισθανόμουν. Σε όλο το περιβάλλον υπήρχε πολύ φως, λες και φωτιζόταν ο χώρος από χίλιους ήλιους. Ο αέρας είχε μία θαυμάσια μυρωδιά, όπως όταν μπαίνεις σε ένα περιβάλλον γεμάτο δέντρα και λουλούδια. Δεν ξέρω πόση ώρα ήμουν μαγεμένος και καθηλωμένος εκεί, όταν άκουσα ξαφνικά τη φωνή του αδελφού μου να μου λέει: ‘Λουκά, δεν μπόρεσα να δω τον Χριστό μας, δεν είναι εύκολο να τον δεις, αλλά σε παρακαλώ, μείνε εδώ. Θα περάσουμε μία ατελείωτη, ευτυχισμένη ζωή, σε παρακαλώ μη φεύγεις’. Εγώ του επανέλαβα ότι θέλω να δω την οικογένεια μου. Τότε αστραπιαία άκουσα ένα χλιμίντρισμα αλόγων, κάτι με άρπαξε και δεν θυμάμαι τίποτε άλλο. Βρέθηκα κουλουριασμένος στο κρεβάτι. Έτρεμα παρότι ήμουν σκεπασμένος, χωρίς αμέσως να καταλάβω πού ήμουν».
Από τότε έχουν περάσει αρκετά χρόνια, αλλά δεν πέρασε ούτε μία ημέρα που να μην έλθουν στο μυαλό του όσα έζησε και δεν θα ξεχάσει ποτέ.
Πηγή: Espresso
Από το makeleio
loading...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου