Ο εγκέφαλός μας δεν περιέχει μόνο μηχανισμούς εκμάθησης, αλλά και μηχανισμούς που σβήνουν τις «περιττές» γνώσεις...
Μια ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο της Λουντ στη Σουηδία κατάφερε να περιγράψει έναν από αυτούς τους μηχανισμούς σε κυτταρικό επίπεδο. Τα αποτελέσματα της ομάδας που δημοσιεύτηκαν στο διεθνές περιοδικό «Proceedings» της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ εξηγούν το θεωρητικό φαινόμενο της μάθησης που μέχρι τώρα ήταν
δύσκολο να κατανοηθεί.
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των επιστημόνων, οι άνθρωποι ή τα ζώα μαθαίνουν συνδέοντας έναν συγκεκριμένο ήχο ή φωτεινό σήμα με μια ριπή αέρα στα μάτια. Η ριπή αέρα κάνει τον άνθρωπο ή το ζώο να ανοιγοκλείνει τα μάτια και τελικά μαθαίνει να τα ανοιγοκλείνει με το άκουσμα του ήχου ή την εμφάνιση του φωτεινού σήματος. Το περίεργο στην υπόθεση όμως είναι το γεγονός ότι αν ο ήχος και το φως παρουσιάζονται μαζί (και με τη ριπή του αέρα) η μάθηση δεν βελτιώνεται, αλλά αντιθέτως χειροτερεύει.
Ο Germund Hesslow, καθηγητής και ερευνητής εγκεφάλου, δηλώνει τα εξής: «Δύο ερεθίσματα δίνουν χειρότερα αποτελέσματα από ένα μόνο. Φαίνεται αντίθετο με την κοινή λογική, αλλά πιστεύουμε ότι ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι ότι ο εγκέφαλος θέλει να εξοικονομήσει ενέργεια». Ο συνάδελφός του Anders Rasmussen, ο οποίος πραγματοποίησε την παρούσα μελέτη, έχει ήδη δείξει ότι όταν ο εγκέφαλος έχει μάθει επαρκώς έναν συγκεκριμένο συνειρμό ενεργοποιούνται ορισμένοι νευρώνες που λειτουργούν ως τροχοπέδη για τον μηχανισμό μάθησης.
Ο Germund Hesslow εξηγεί: «Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το τμήμα του εγκεφάλου που μαθαίνει τους συνειρμούς (ονομάζεται παρεγκεφαλίδα) λέει στον «δάσκαλό» του: «Αυτό είναι κάτι που ήδη γνωρίζω, σε παρακαλώ να σταματήσεις». Όταν ο εγκέφαλος έχει μάθει 2 συνειρμούς, η τροχοπέδη γίνεται πολύ πιο ισχυρή. Αυτός είναι ο λόγος που οδηγείται στη λήθη, συνήθως βέβαια μόνο προσωρινά». Η διατήρηση περιττών συνειρμών απαιτεί ενέργεια για τον εγκέφαλο. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι αυτή είναι η αιτία για τον μηχανισμό τροχοπέδης, ακόμη κι αν στη συγκεκριμένη περίπτωση έτυχε να είναι λίγο πιο ισχυρή.
Οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Λουντ κατάφεραν να περιγράψουν τον τρόπο που τα νευρικά κύτταρα μαθαίνουν και να ξεχνούν μέσω μελετών που έγιναν σε ζώα, αλλά πιστεύουν ότι οι μηχανισμοί αυτοί πιθανώς είναι οι ίδιοι και στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Έτσι λοιπόν, τα ευρήματα αυτά είναι θεμελιώδους σημασίας και για τους ερευνητές του εγκεφάλου και για τους ψυχολόγους. Θα μπορούσαν επίσης να παρουσιάζουν πρακτικό ενδιαφέρον και για τους εκπαιδευτικούς.
«Προφανώς είναι σημαντικό για τους εκπαιδευτικούς να γνωρίζουν τους μηχανισμούς με τους οποίους ο εγκέφαλος διαγράφει όσα πράγματα θεωρεί περιττά.
-->
Μια ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο της Λουντ στη Σουηδία κατάφερε να περιγράψει έναν από αυτούς τους μηχανισμούς σε κυτταρικό επίπεδο. Τα αποτελέσματα της ομάδας που δημοσιεύτηκαν στο διεθνές περιοδικό «Proceedings» της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ εξηγούν το θεωρητικό φαινόμενο της μάθησης που μέχρι τώρα ήταν
δύσκολο να κατανοηθεί.
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των επιστημόνων, οι άνθρωποι ή τα ζώα μαθαίνουν συνδέοντας έναν συγκεκριμένο ήχο ή φωτεινό σήμα με μια ριπή αέρα στα μάτια. Η ριπή αέρα κάνει τον άνθρωπο ή το ζώο να ανοιγοκλείνει τα μάτια και τελικά μαθαίνει να τα ανοιγοκλείνει με το άκουσμα του ήχου ή την εμφάνιση του φωτεινού σήματος. Το περίεργο στην υπόθεση όμως είναι το γεγονός ότι αν ο ήχος και το φως παρουσιάζονται μαζί (και με τη ριπή του αέρα) η μάθηση δεν βελτιώνεται, αλλά αντιθέτως χειροτερεύει.
Ο Germund Hesslow, καθηγητής και ερευνητής εγκεφάλου, δηλώνει τα εξής: «Δύο ερεθίσματα δίνουν χειρότερα αποτελέσματα από ένα μόνο. Φαίνεται αντίθετο με την κοινή λογική, αλλά πιστεύουμε ότι ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι ότι ο εγκέφαλος θέλει να εξοικονομήσει ενέργεια». Ο συνάδελφός του Anders Rasmussen, ο οποίος πραγματοποίησε την παρούσα μελέτη, έχει ήδη δείξει ότι όταν ο εγκέφαλος έχει μάθει επαρκώς έναν συγκεκριμένο συνειρμό ενεργοποιούνται ορισμένοι νευρώνες που λειτουργούν ως τροχοπέδη για τον μηχανισμό μάθησης.
Ο Germund Hesslow εξηγεί: «Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το τμήμα του εγκεφάλου που μαθαίνει τους συνειρμούς (ονομάζεται παρεγκεφαλίδα) λέει στον «δάσκαλό» του: «Αυτό είναι κάτι που ήδη γνωρίζω, σε παρακαλώ να σταματήσεις». Όταν ο εγκέφαλος έχει μάθει 2 συνειρμούς, η τροχοπέδη γίνεται πολύ πιο ισχυρή. Αυτός είναι ο λόγος που οδηγείται στη λήθη, συνήθως βέβαια μόνο προσωρινά». Η διατήρηση περιττών συνειρμών απαιτεί ενέργεια για τον εγκέφαλο. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι αυτή είναι η αιτία για τον μηχανισμό τροχοπέδης, ακόμη κι αν στη συγκεκριμένη περίπτωση έτυχε να είναι λίγο πιο ισχυρή.
Οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Λουντ κατάφεραν να περιγράψουν τον τρόπο που τα νευρικά κύτταρα μαθαίνουν και να ξεχνούν μέσω μελετών που έγιναν σε ζώα, αλλά πιστεύουν ότι οι μηχανισμοί αυτοί πιθανώς είναι οι ίδιοι και στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Έτσι λοιπόν, τα ευρήματα αυτά είναι θεμελιώδους σημασίας και για τους ερευνητές του εγκεφάλου και για τους ψυχολόγους. Θα μπορούσαν επίσης να παρουσιάζουν πρακτικό ενδιαφέρον και για τους εκπαιδευτικούς.
«Προφανώς είναι σημαντικό για τους εκπαιδευτικούς να γνωρίζουν τους μηχανισμούς με τους οποίους ο εγκέφαλος διαγράφει όσα πράγματα θεωρεί περιττά.
Και φυσικά δεν θέλουν να ενεργοποιήσουν κατά λάθος αυτούς τους μηχανισμούς», τονίζει ο Germund Hesslow.
enallaktikidrasi.com
Από το dinatos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου