Κείμενο του (Καστροπολίτη) Ιωάννη Α. Σαρσάκη
Την ενδεκάτη του μηνός Μαΐου, το συναξάρι μεταξύ άλλων αγίων, μνημονεύει τον Άγιο ιερομάρτυρα Μώκιο (; - 288) καθώς και τη μνήμη εγκαινίων της Κωνσταντινουπόλεως (330).
Παρακάτω θα παραθέσουμε στοιχεία για να αποδείξουμε ότι δεν συμπίπτουν τυχαία οι δύο εορτασμοί.
Ο άγιος Μώκιος γεννήθηκε στη Ρώμη (δεν γνωρίζουμε την ημερομηνία) από ευσεβείς χριστιανούς γονείς. Από μικρός είχε
αγάπη προς τα ιερά γράμματα και κλίση προς την ιεροσύνη.
Οι καταστάσεις και το θέλημα του Θεού, έφεραν τα πράγματα έτσι, ώστε ο Μώκιος βρέθηκε στην Αμφίπολη (Σερρών) όπου χειροτονήθηκε ιερέας. Κάποια μέρα, ο ρωμαίος ανθύπατος της Αμφιπόλεως πήγε να θυσιάσει στο βωμό του Διονύσου, ο Μώκιος άδραξε την ευκαιρία και θέλοντας να εκφράσει τη δυσαρέσκειά του για τους διωγμούς που δέχονταν οι χριστιανοί, προσήλθε στο μέρος όπου θα γινόταν η θυσία και ανέτρεψε το βωμό.
Άμεσα συνελήφθη και υπέστη βαριά βασανιστήρια, αλλά ω του θαύματος, κατόρθωνε να εξέλθει από αυτά αβλαβής, όχι μία αλλά πολλές φορές. Βλέποντας ο λαός το θαύμα αυτό, ζήτησε από τις ρωμαϊκές αρχές να ελευθερώσουν τον Μώκιο, με αποτέλεσμα να τον στείλουν αρχικά στην Ηράκλεια και από εκεί στο Βυζάντιο. Εκεί στην αρχαία αποικία των Μεγαρέων, βρήκε μαρτυρικό θάνατο καθώς τον αποκεφάλισαν στις 11 Μαΐου του 288 επί αυτοκράτορος Διοκλητιανού. Τα επόμενα χρόνια ο λαός τον τιμούσε ως άγιο και θεωρούνταν τρόπον τινά πολιούχος του Βυζαντίου.
Μετά από τέσσερις δεκαετίες περίπου, ο Μέγας Κωνσταντίνος είχε καταφέρει να γίνει ο ένας και μοναδικός Αυτοκράτορας του Ρωμαϊκού κράτους και είχε επιλέξει ως πρωτεύουσά του το Βυζάντιο.
Ως γνωστόν, το 324 άρχισαν οι εργασίες ανοικοδόμησης οι οποίες αποπερατώθηκαν το 330. Έτσι η παλιά πολίχνη των Μεγαρέων μεταμορφώθηκε σε μια μεγάλη πόλη και ονομάστηκε Νέα Ρώμη (μετά την κοίμηση του Μεγάλου Κωνσταντίνου ονομάστηκε Κωνσταντινούπολη). Εκτός από τα δημόσια κτήρια και τις άλλες κατασκευές, ο Μέγας Κωνσταντίνος κατασκεύασε εθνικούς και χριστιανικούς ναούς. Έναν από τους χριστιανικούς ναούς τον αφιέρωσε στη μνήμη του αγίου Μωκίου.
Όπως προαναφέραμε ο άγιος Μώκιος ήταν ο πολιούχος της περιοχής και η μνήμη του εορταζόταν στις 11 Μαΐου, οπότε η επιλογή του Μεγάλου Κωνσταντίνου να τελέσει τα εγκαίνια της νέας του πρωτεύουσας την 11η Μαΐου, μόνο τυχαία δε μπορεί να θεωρηθεί. Το γεγονός αυτό αποτελεί μια ισχυρά ένδειξη (αν όχι απόδειξη) για τα αισθήματα που έτρεφε ο Μέγας Κωνσταντίνος για τον χριστιανισμό.
Θα μπορούσε να τελέσει τα εγκαίνια της νέας πρωτεύουσας του, σε συνδυασμό με οποιαδήποτε εθνική (ειδωλολατρική) εορτή ή σε ανάμνηση κάποιου άλλου γεγονότος (στρατιωτικού η πολιτικού).
Επέλεξε όμως την 11η Μαΐου, κατά την οποία δεν εορτάζουμε κάποιο Δεσποτικό ή Θεομητορικό γεγονός, ούτε κάποια γιορτή ενός αποστόλου ή αγίου με μεγάλη αναγνώριση σε όλη την επικράτεια (π.χ. αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου), διότι κατ΄ εμέ ήθελε και να κρατήσει τις θρησκευτικές ισορροπίες μεταξύ των υπηκόων του, αλλά εμμέσως να δηλώσει την προτίμησή του στη χριστιανική πίστη, χωρίς να γίνει αυτό άμεσα αντιληπτό και ειδικότερα από τους εθνικούς υπηκόους του.
Έχει χυθεί πολύ μελάνι και έχουν ειπωθεί πολλά σχετικά με τον τρόπο που προσέγγισε ο Μέγας Κωνσταντίνος τον χριστιανισμό, δυστυχώς έχουν επικρατήσει κάποιες ανιστόρητες αντιλήψεις οι οποίες βρίθουν από αντιχριστιανικό μένος. Υπάρχουν όμως και οι σοβαροί επιστήμονες – ερευνητές, οι οποίοι με βάση τις ιστορικές πηγές, αποδεικνύουν ότι ο Μέγας και Ισαπόστολος Κωνσταντίνος ασπάστηκε τον χριστιανισμό (σεβόμενος τις θρησκευτικές πεποιθήσεις όλων των υπηκόων του), όχι από κάποια ιδιοτέλεια ή σκοπιμότητα αλλά από καθαρά ενδόμυχη επιλογή του.
-->
Την ενδεκάτη του μηνός Μαΐου, το συναξάρι μεταξύ άλλων αγίων, μνημονεύει τον Άγιο ιερομάρτυρα Μώκιο (; - 288) καθώς και τη μνήμη εγκαινίων της Κωνσταντινουπόλεως (330).
Παρακάτω θα παραθέσουμε στοιχεία για να αποδείξουμε ότι δεν συμπίπτουν τυχαία οι δύο εορτασμοί.
Ο άγιος Μώκιος γεννήθηκε στη Ρώμη (δεν γνωρίζουμε την ημερομηνία) από ευσεβείς χριστιανούς γονείς. Από μικρός είχε
αγάπη προς τα ιερά γράμματα και κλίση προς την ιεροσύνη.
Οι καταστάσεις και το θέλημα του Θεού, έφεραν τα πράγματα έτσι, ώστε ο Μώκιος βρέθηκε στην Αμφίπολη (Σερρών) όπου χειροτονήθηκε ιερέας. Κάποια μέρα, ο ρωμαίος ανθύπατος της Αμφιπόλεως πήγε να θυσιάσει στο βωμό του Διονύσου, ο Μώκιος άδραξε την ευκαιρία και θέλοντας να εκφράσει τη δυσαρέσκειά του για τους διωγμούς που δέχονταν οι χριστιανοί, προσήλθε στο μέρος όπου θα γινόταν η θυσία και ανέτρεψε το βωμό.
Άμεσα συνελήφθη και υπέστη βαριά βασανιστήρια, αλλά ω του θαύματος, κατόρθωνε να εξέλθει από αυτά αβλαβής, όχι μία αλλά πολλές φορές. Βλέποντας ο λαός το θαύμα αυτό, ζήτησε από τις ρωμαϊκές αρχές να ελευθερώσουν τον Μώκιο, με αποτέλεσμα να τον στείλουν αρχικά στην Ηράκλεια και από εκεί στο Βυζάντιο. Εκεί στην αρχαία αποικία των Μεγαρέων, βρήκε μαρτυρικό θάνατο καθώς τον αποκεφάλισαν στις 11 Μαΐου του 288 επί αυτοκράτορος Διοκλητιανού. Τα επόμενα χρόνια ο λαός τον τιμούσε ως άγιο και θεωρούνταν τρόπον τινά πολιούχος του Βυζαντίου.
Μετά από τέσσερις δεκαετίες περίπου, ο Μέγας Κωνσταντίνος είχε καταφέρει να γίνει ο ένας και μοναδικός Αυτοκράτορας του Ρωμαϊκού κράτους και είχε επιλέξει ως πρωτεύουσά του το Βυζάντιο.
Ως γνωστόν, το 324 άρχισαν οι εργασίες ανοικοδόμησης οι οποίες αποπερατώθηκαν το 330. Έτσι η παλιά πολίχνη των Μεγαρέων μεταμορφώθηκε σε μια μεγάλη πόλη και ονομάστηκε Νέα Ρώμη (μετά την κοίμηση του Μεγάλου Κωνσταντίνου ονομάστηκε Κωνσταντινούπολη). Εκτός από τα δημόσια κτήρια και τις άλλες κατασκευές, ο Μέγας Κωνσταντίνος κατασκεύασε εθνικούς και χριστιανικούς ναούς. Έναν από τους χριστιανικούς ναούς τον αφιέρωσε στη μνήμη του αγίου Μωκίου.
Όπως προαναφέραμε ο άγιος Μώκιος ήταν ο πολιούχος της περιοχής και η μνήμη του εορταζόταν στις 11 Μαΐου, οπότε η επιλογή του Μεγάλου Κωνσταντίνου να τελέσει τα εγκαίνια της νέας του πρωτεύουσας την 11η Μαΐου, μόνο τυχαία δε μπορεί να θεωρηθεί. Το γεγονός αυτό αποτελεί μια ισχυρά ένδειξη (αν όχι απόδειξη) για τα αισθήματα που έτρεφε ο Μέγας Κωνσταντίνος για τον χριστιανισμό.
Θα μπορούσε να τελέσει τα εγκαίνια της νέας πρωτεύουσας του, σε συνδυασμό με οποιαδήποτε εθνική (ειδωλολατρική) εορτή ή σε ανάμνηση κάποιου άλλου γεγονότος (στρατιωτικού η πολιτικού).
Επέλεξε όμως την 11η Μαΐου, κατά την οποία δεν εορτάζουμε κάποιο Δεσποτικό ή Θεομητορικό γεγονός, ούτε κάποια γιορτή ενός αποστόλου ή αγίου με μεγάλη αναγνώριση σε όλη την επικράτεια (π.χ. αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου), διότι κατ΄ εμέ ήθελε και να κρατήσει τις θρησκευτικές ισορροπίες μεταξύ των υπηκόων του, αλλά εμμέσως να δηλώσει την προτίμησή του στη χριστιανική πίστη, χωρίς να γίνει αυτό άμεσα αντιληπτό και ειδικότερα από τους εθνικούς υπηκόους του.
Έχει χυθεί πολύ μελάνι και έχουν ειπωθεί πολλά σχετικά με τον τρόπο που προσέγγισε ο Μέγας Κωνσταντίνος τον χριστιανισμό, δυστυχώς έχουν επικρατήσει κάποιες ανιστόρητες αντιλήψεις οι οποίες βρίθουν από αντιχριστιανικό μένος. Υπάρχουν όμως και οι σοβαροί επιστήμονες – ερευνητές, οι οποίοι με βάση τις ιστορικές πηγές, αποδεικνύουν ότι ο Μέγας και Ισαπόστολος Κωνσταντίνος ασπάστηκε τον χριστιανισμό (σεβόμενος τις θρησκευτικές πεποιθήσεις όλων των υπηκόων του), όχι από κάποια ιδιοτέλεια ή σκοπιμότητα αλλά από καθαρά ενδόμυχη επιλογή του.
Για όσους θέλουν περισσότερα στοιχεία για τον Μεγάλο Κωνσταντίνο, προτείνω το βιβλίο του Δημητρίου Αποστολίδη «Μέγας Κωνσταντίνος ο Ισαπόστολος» καθώς και μια ομιλία του πατρός Γεωργίου Μεταλληνού στην παρακάτω διεύθυνση: https://www.youtube.com/watch?v=5mBJzNLJQlM.
Από το yiorgosthalassis
loading...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου