Από τη λογοτεχνική έννοια του όρου ‘’οι πραγματείες που ακολουθούν εκείνες γύρω από τη φύση’’ πέρασε έπειτα στο να περιγράφει τη θεωρία που περιλαμβάνεται σε τέτοιες πραγματείες, δηλαδή τη θεωρία των βασικών αρχών του σύμπαντος πέρα από την νοητή πραγματικότητα.
Ο Αριστοτέλης προσδιόρισε αυτή τη θεωρία ως πρώτη επιστήμη και πιο συγκεκριμένα θεώρησε ότι αντικείμενο αυτής είναι το ον ως ον, δηλαδή η πραγματικότητα όπως αυτή ορίζεται σε εκείνες τις καθολικές απόψεις που είναι κοινές σε όλες τις ξεχωριστές πραγματικότητες, αντικείμενο των επιμέρους επιστημών.
Η μεταφυσική κατ’ αυτή την έννοια παρουσιάζεται ως απόλυτη γνώση, έχοντας τον πρώτο λόγο πάνω σ’ όλες τις επιστήμες στις οποίες παρέχει τις αρχές πάνω στις οποίες θεμελιώνονται όλοι οι τομείς της γνώσης. Γι’ αυτό ακριβώς η μεταφυσική υποβλήθηκε σε αυστηρή κριτική από τους Διαφωτιστές και από τον Καντ που απόδειξε το αβάσιμο μιας μεταφυσικής που θεωρείται επιστημονική. Η σύγχρονη σκέψη υπέβαλε σε κριτική κάθε φιλοσοφία που ισχυρίζεται ότι θα δώσει μια τελειωτική και οριστική εξήγηση της πραγματικότητας και της γνώσης. (Ίδε και εγκυκλοπαίδεια «ΤομήGold)
Το κατά Γιάσπερς υπερπέραν
Τίθεται, λοιπόν, ένα ερώτημα: Τι σχέση έχει η μεταφυσική (2), ο κλάδος δηλαδή τής φιλοσοφίας που ασχολείται με την κριτική έρευνα βασικών φιλοσοφικών υποθέσεων και επιχειρεί να προσδιορίσει ό,τι υπάρχει στον βαθμό που υπάρχει με το υπερπέραν (3), που πίστευε ο Καρλ Γιάσπερς;
Ο Καρλ Γιάσπερς, (1883-1969), όπως όλοι γνωρίζουν ήταν ένας Γερμανός ψυχίατρος και φιλόσοφος. Γεννήθηκε στο Όλντεμπουργκ. Υπήρξε καθηγητής της φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης και από το 1945 στο πανεπιστήμιο της Βασιλείας στην Ελβετία.
Ο Γιάσπερς είναι, δίπλα στο Χάιντεγκερ, ο πιο σημαντικός εκπρόσωπος της υπαρξιακής φιλοσοφίας. Επηρεασμένος από τον Πασκάλ, τον Καντ, τον Κίρκεγκορ και το Νίτσε, υποστηρίζει πως σκοπός της φιλοσοφίας δεν είναι η επιστημονική έρευνα, αλλά η παροχή στον άνθρωπο ενός σταθερού προσανατολισμού μέσα στον κόσμο.
Την υπαρξιστική του θεωρία ανέπτυξε στα έργα του «Φιλοσοφία» (1932) και «Φιλοσοφία της ύπαρξης» (1938). Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, η ύπαρξη δεν είναι το απλό γεγονός όπως ένα πράγμα ή ένα πρόσωπο παρόν μέσα στον κόσμο, αλλά κάτι που υπάρχει έπειτα από ελεύθερη απόφαση. Ο άνθρωπος δε μοιάζει με ένα αντικείμενο ή ένα ζώο. Στο αντικείμενο ενεργούν οι φυσικοί νόμοι, στο ζώο οι βιολογικοί νόμοι και τα ένστικτα, ενώ στον άνθρωπο γίνεται αισθητή η ελευθερία. Χωρίς την ελευθερία, ο άνθρωπος υποπίπτει στην κατάσταση των αντικειμένων και καταντά ένα απλό πράγμα του αντικειμενικού κόσμου. Χαρακτηριστικό της ανθρώπινης ύπαρξης είναι η απόστασή της από τον αντικειμενικό κόσμο που στέκεται απέναντί της ως κάτι εντελώς ξένο και διάφορο. Για να πάρει οντότητα η ύπαρξη, απαραίτητος είναι ο αντικειμενικός κόσμος. Η ύπαρξη δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο γνώσης.
Με την ελευθερία του ο άνθρωπος μπορεί να ανυψωθεί όταν αποκτήσει συνείδηση των «μεθοριακών», όπως τις αποκαλεί, καταστάσεων. Τέτοιες είναι ο θάνατος, ο πόνος, ο αγώνας, η ενοχή, η έλλειψη ασφάλειας, ο περιορισμός της ανθρώπινης ύπαρξης μέσα σε ορισμένες σχέσεις και συναρτήσεις. Χάρη σ’ αυτές τις μεθοριακές καταστάσεις ο άνθρωπος σχετίζεται άμεσα με το απόλυτο και το υπερπέραν. Αντιλαμβάνεται τότε πως τρία είναι τα στοιχεία που διακρίνει η ανθρώπινη σκέψη: ο αντικειμενικός κόσμος, ο ίδιος ο εαυτός μας ως ύπαρξη και το «επέκεινα», το «υπερπέραν». Στο φιλοσοφικό σύστημα του Γιάσπερς υπάρχει κάτι που ξεπερνά τον άνθρωπο, ως πρώτη αρχή, κάτι που δεν ταυτίζεται ούτε με το αντικείμενο, ούτε με την υπαρξιακή συνείδηση. Ο άνθρωπος είναι η ουσία και έχει σχέση με το Θεό. Φιλοσοφία που φορέας της δεν είναι ο άνθρωπος πίστης, δεν είναι φιλοσοφία.
Η φιλοσοφία του Γιάσπερς ζωντανεύει τη γνήσια υπαρξιακή ιστορικότητα, διασαφηνίζει διεισδυτικά τις βασικές μορφές της επικοινωνίας για να καταλήξει μέσα από τη διαπίστωση της μεταφυσικής εμπειρίας του εξαφανισμού (θάνατος) και του «ναυάγιου» κάθε ανθρώπινης προσπάθειας στην αποκάλυψη της αποφασιστικής μεταβολής της ανθρώπινης ύπαρξης, όταν αναγνωρίζει και συνειδητοποιεί την «υπερβατικότητα» του Θεού. (3)
1. Όρος που δόθηκε από τον Ντρίντεν για να δηλώσει μια ομάδα άγγλων ποιητών του 17ου αιώνα, οι οποίοι ακολουθώντας τη θεωρία του Ντόνε, εκφραζόταν με μεταφορές και εικόνες συχνά ασαφείς και σύνθετες, θέτοντας στο κέντρο της έμπνευσής τους τα προβλήματα του άπειρου και της αιωνιότητας.
2. μεταφυσική η· 1. (φιλοσ.) α) κλάδος τής φιλοσοφίας που ασχολείται με την κριτική έρευνα βασικών φιλοσοφικών υποθέσεων και επιχειρεί να προσδιορίσει ό,τι υπάρχει στον βαθμό που υπάρχει· β) (κατά τη μαρξιστική αντίληψη) γενική γνωστική μέθοδος, αντίθετη με τη διαλεκτική και βασισμένη σε μια απλουστευτική αντίληψη τής ανάπτυξης και τής εξέλιξης, μέθοδος η οποία αγνοεί ή υποτιμά την ιδέα τής αυτο-κίνησης και αυτο-ανάπτυξης· 3. γενική και αφηρημένη θεωρία («η μεταφυσική τής γλώσσας»)· 4. (μτφ.) καθετί το δυσνόητο και αφηρημένο. [ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. τού θηλ. τού επιθ. μεταφυσικός*. Η λ. μαρτυρείται από το 1766 στον Ευγ. Βούλγαρι. Πολλοί έχουν υποστηρίξει ότι η λ. είναι αντιδάνεια (πρβλ. αγγλ. metaphysics)].
3. υπερπέραν Ν· (επίρρ.) 1. πέρα από τον τάφο, στην άλλη ζωή· 2. (με αρθρ. ως ουσ.) (άκλ.) το υπερπέραν· η μεταθανάτια ζωή, ο πέρα από τον θάνατο κόσμος. [ΕΤΥΜΟΛ. < υπερ-* + πέραν]. (Πάπυρος, Μέγα Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας)
4. Βλέπε και εγκυκλοπαίδεια «Μαλλιάρης παιδεία»,
Από το sakketosaggelos
loading...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου