Translate

Τρίτη 5 Δεκεμβρίου 2017

Πώς πλάθονταν αλήθεια οι μύθοι της αρχαιότητας;

Δεν είναι μόνον τα φυσικά φαινόμενα, που επηρέαζαν τους αρχαίους προγόνους μας. Ἠσαν και οι ίδιοι οι μύθοι οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις ήσαν αποκυήματα της φαντασίας των αρχαίων. Στην Πελοπόννησο, ο Ήλιος λατρεύτηκε ως πανίσχυρος θεός. Λέγεται μάλιστα πως για τον Ακροκόρινθο μάλωσαν ο Ήλιος με τον Ποσειδώνα, κι ο διαιτητής Βριάρεως τον έδωσε στον Ήλιο (μύθος ανάλογος με της Ακρόπολης των Αθηνών, όπου τον Ποσειδώνα
νίκησε η Αθηνά, αδελφή του Απόλλωνα - Ήλιου)!..
Λένε πως ο Ήλιος ήταν γιος του Υπερίωνα και της Θείας. Από την Κλυμένη, κόρη του Ωκεανού, απέκτησε τον Φαέθοντα, που έπεισε τον πατέρα του να του παραχωρήσει για μια μέρα το άρμα του, που το 'σερναν τέσσερα κάτασπρα άλογα. Τα χέρια όμως του νέου δεν ήταν αρκετά στιβαρά για να κρατήσει γερά τα χαλινάρια, κι άλλοτε το άρμα πήγαινε πολύ ψηλά και κρύο σκέπαζε τη Γη, άλλοτε γινόταν το αντίθετο κι οι ποταμοί ξεραίνονταν. Ο Ζευς, για να σώσει τη Γη και το γένος των ανθρώπων, κατακεραύνωσε τον Φαέθοντα. Το πτώμα του, σαν διάττων αστήρ, έπεσε από το άρμα του στον Ηριδανό ποταμό. Όταν αργότερα ο Αναξαγόρας, δάσκαλος του Πλάτωνα, δίδασκε πως ο Ήλιος ήταν διάπυρος λίθος κι η Σελήνη χώμα και πέτρες όπως η Γη, η οργή των Αθηναίων στράφηκε εναντίον του «αιρετικού» που τολμούσε ν' αμφισβητεί τη θεία ιδιότητα του Ήλιου και της Σελήνης, και μόνο η ευγλωττία του Πλάτωνα κατόρθωσε να τον σώσει από βέβαιο θάνατο. Εξορίστηκε όμως στη Λάμψακο, όπου και πέθανε το 428 π.Χ. Οι Έλληνες, που, όπως οι άλλοι αρχαίοι λαοί, θεωρούσαν τη γη επίπεδη, πίστευαν πως ο ήλιος βυθιζόταν, την ώρα της δύσης του, στον ωκεανό κι έπειτα έπλεε κατά μήκος του ορίζοντα ώς την ανατολή. Οι αρχαίοι συγγραφείς χαρακτηρίζουν τον ήλιο ως ακτινοβόλο και φλογισμένο. Ο Ευριπίδης τον λέει πυρ του αιθέρος (Ίων 34) και θερμήν άνακτος φλόγα (απόσπασμα από τον Φαέθοντα). Ο Όμηρος τον λέει Υπεριονίδη (γιο του Υπερίωνα), κι ονομάζει τη μητέρα του Θεία Ευρυφάεσσα (εκλαμπρότατη). Μεταγενέστεροι Έλληνες και Ρωμαίοι ποιητές τον κατατάσσουν ανάμεσα στους Τιτάνες. Στην Πελοπόννησο, ο Ήλιος λατρεύτηκε ως πανίσχυρος θεός. Λέγεται μάλιστα πως για τον Ακροκόρινθο μάλωσαν ο Ήλιος με τον Ποσειδώνα, κι ο διαιτητής Βριάρεως τον έδωσε στον Ήλιο (μύθος ανάλογος με της Ακρόπολης των Αθηνών, όπου τον Ποσειδώνα νίκησε η Αθηνά, αδελφή του Απόλλωνα - Ήλιου). Στη Σικυώνα υπήρχε βωμός του Ήλιου, το ίδιο στο Άργος, στην Αρκαδία, στον Ταΰγετο, στο Ταίναρο κι αλλού. Στην Ήλιδα, βασιλιάς υπήρξε ο γιος του Ήλιου Αυγείας. Στην Αθήνα, πρόσφεραν θυσίες στον Ήλιο, τη Σελήνη και την Ηώ, κατά τη διάρκεια των Θαργηλίων. Ιδιαίτερα στη Ρόδο, η λατρεία του Ήλιου ήταν πολύ διαδεδομένη, αφού ο Ήλιος ήταν ο γενάρχης των κατοίκων της, από την ομώνυμή της νύμφη (τη Ρόδο). Σε ροδιακά νομίσματα υπήρχε η εικόνα του, όπως τον παρουσίασε στον περίφημο κολοσσό του ο Λίνδιος Χάρης. Στο άγαλμα αυτό, ένα από τα επτά θαύματα του κόσμου, που είχε στηθεί στο λιμάνι της νήσου, ο Ήλιος παριστανόταν ως θεός ρωμαλέος, με άφθαστο νεανικό κάλλος. Τα μάτια του ακτινοβολούσαν, και τα πλούσια κυματιστά μαλλιά του είχαν επάνω στέμμα ακτινωτό (βλέπε και: Κολοσσός Ρόδου). Στην επίσημη εορτή προς τιμήν του, τα Άλια ή Αλίεια, που γινόταν πανηγυρικά το καλοκαίρι, έριχναν στη θάλασσα, αντί για θυσία, άρμα τέθριππο, κι ακολουθούσαν γυμνικοί, ιππικοί και μουσικοί αγώνες, καθώς και αρματοδρομίες. Οι στέφανοι των νικητών πλέκονταν από κλωνάρια λεύκης, που ήταν το ιερό δέντρο του Ήλιου, λόγω του αστραφτερού της φυλλώματος.
Ο Όμηρος μιλάει για το τέθριππο άρμα του Ήλιου. Οι Κορίνθιοι ονόμαζαν τα κατάλευκα άλογά του Αιθίοψ, Εώος, Βροντή και Στερόπη. Από αυτή την παράδοση εμπνεύστηκε ο Λύσιππος το άγαλμα του Ήλιου όρθιου σε λαμπρό τέθριππο άρμα. Άλλη παράδοσηη μιλάει για τα ιερά κοπάδια του, που τ' αναφέρει κι η Οδύσσεια. Στο νησί Θρινακρία (ίσως τη Σικελία, επειδή είναι τριγωνική) έβοσκαν επτά κοπάδια του Ήλιου από βόδια και επτά από πρόβατα. Κάθε κοπάδι, το αποτελούσαν 50 ζώα, που ποτέ δεν πολλαπλασιάζονταν και ποτέ δεν ελαττώνονταν. Τα κοπάδια αυτά, τα φύλαγαν οι κόρες του από τη Νέαιραν, Φαέθουσα και Λαμπετία. Πίστευαν πως καθημερινά ο θεός, ανεβαίνοντας και κατεβαίνοντας (ανατέλλοντας και δύοντας) έβλεπε τα κοπάδια, κι η θέα τους τον χαροποιούσε και τον ξεκούραζε. Ο Όμηρος βάζει τα κοπάδια αυτά να βόσκουν στο Ταίναρο (Ύμνος εις τον Απόλλωνα). Σχετικά με τ' άλογα αυτά είναι και τα κοπάδια του Αυγεία, που ήταν βασιλιάς της Ήλιδας. Κατά την ερμηνεία που δίνει ο Αριστοτέλης, τα 7x50 κοπάδια βοδιών και τα 7x50 κοπάδια προβάτων υποδηλούσαν τις 350 ημέρες και τις 350 νύχτες που, σύμφωνα με τους υπολογισμούς των αρχαίων, αποτελούσαν το έτος. Λόγω του φωτός του, ο Ήλιος ονομάζεται και Φαέθων, λαμπρόν όμμα του ουρανού, ή όμμα του αιθέρος. Στους ελληνιστικούς χρόνους, ο Ήλιος συγχεόταν, ιδίως στη Μικρασία, τη Συρία και στην Αίγυπτο, με τον Δία, κι έτσι προέκυψε ο Ζευς Ήλιος μέγας Σέραπις. Αλλού υπάρχει συγχώνευση Ήλιου και Απόλλωνα. Ο Αισχύλος ονομάζει τον Ήλιο πανόπτην κι ο Όμηρος τον θεωρεί ως τα πάντα εφορώντα και τα πάντα επακούοντα. Έπειτα από μια έκλειψη, ο Πίνδαρος χαιρετίζει την επανεμφάνισή του με τη φράση: Ακτίς αελίου, πολύσκοπε μάτερ ομμάτων (Αχτίδα του Ήλιου, μητέρα των ματιών, που πολλά βλέπεις). Ο Σοφοκλής (Τραχίνιαι 101) τον ονομάζει κρατιστεύοντα κατ' όμμα. Μόνο αυτός μπορούσε να διηγηθεί στη Δήμητρα τις λεπτομέρειες της αρπαγής της κόρης της. Έγινε λοιπόν, κατ' επέκταση, θεός της αλήθειας πρώτα, που στ' όνομά του ορκίζονται όπως στ' όνομα του Δία: Ναι μα τον Δία και Άλιον, και θεός της σοφίας. Στην Οδύσσεια, ο Όμηρος μας πληροφορεί πως στη χώρα όπου εμφανίζεται το πρωί ο Ήλιος, κι εξαφανίζεται το βράδυ, κατοικούσαν Αιθίοπες («Ηλιοκαμένοι»). Οι ποιητικές εικόνες των ελληνικών μύθων έβλεπαν τον Ήλιο και τ' άλογά του να λούζονται, το βράδυ, στον Ωκεανό ή σε μια ωραία λίμνη, για να ξεκουραστούν από τους κόπους της ημέρας. Το νησί της Κίρκης Αία ταυτιζόταν με τον τόπο όπου έδυε ή ανέτελλε ο Ήλιος. Ο Αισχύλος κι ο Στησίχορος μιλούν για τη χρυσή βάρκα του Ήλιου, με την οποία ο θεός του φωτός διαπερνούσε τον ωκεανό, πηγαίνοντας «προς τα βάθη της ιερής Νύχτας, της μητέρας του, όπου απαντιέται με τη γυναίκα του και τ' αγαπημένα του παιδιά». Ο Αισχύλος κι ο Ευριπίδης παριστάνουν τη Νύχτα να 'ρχεται βιαστικά με το δικό της σκοτεινό άρμα, που το 'σερναν κατάμαυρα άλογα, και συνοδευόμενη από τα αστέρια, μ' επικεφαλής τον Έσπερον. 
-->
Πολλά αγγεία παριστάνουν τον Ήλιο να βγαίνει από τον ωκεανό με το ελαφρό του άρμα, που το σέρνουν φτερωτά άλογα. (Βλέπε εγκυκλοπαίδεια «Δομή»)
Με σεβασμό και τιμή

ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΑΝ. ΣΑΚΚΕΤΟΣ
loading...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου