Κουκλάκια από κερί κα τρίχες, τελετές αίματος, νεκροκεφαλές και αποκεφαλισμένα κοκόρια…
Φαντάζουν σκηνές από κάποια χολιγουντιανή ταινία μαγείας και Βουντού. Τη Βασίλισσα του Βουντού, Μαρί Λαβό, την γνώρισαν όσοι δεν την ήξεραν από το “American Horror Story: The Coven”, την οποία ενσάρκωσε η Angela Bassett. Υπήρχε άραγε κάποια αλήθεια στην τηλεοπτική της διασκευή με την πραγματικότητα;
Η Μαρί Κατερίν Λαβό, όπως είναι το κανονικό της όνομα, ήταν φημισμένη
ισχυρή γυναίκα στη Νέα Ορλεάνη, ως πρακτικός της Βουντού και ανήκε στην Κρεολή της Λουϊζιάνας. Είναι γνωστή με το όνομα “Βασίλισσα της Βουντού”, αλλά στην πραγματικότητα ήταν δυο γυναίκες, μητέρα και κόρη. Εκείνη την εποχή και οι δυο τους ήταν οι Αρχηγοί της Βουντού στην Νέα Ορλεάνη του 19ου αιώνα και αποτελούσαν την επιτομή της σαγηνευτικής έλξης. Γυναίκες με μαγικές δυνάμεις, έλεγχο πάνω στους εραστές τους αλλά και στους εχθρούς τους καθώς και στο σεξ.
Η μητέρα Μαρί Κατερίν Λαβό (όπως είναι το πλήρες όνομα της), πιθανολογείται πως γεννήθηκε στις 10 Σεπτέμβρη του 1794 (ενώ σύμφωνα με άλλες πηγές, γεννήθηκε το 1801). Γεννημένη ως “Ελεύθερη Γυναίκα Χρώματος” (“Free people of color”. Στα πλαίσια της Αμερικάνικης ιστορίας της δουλείας, χρησιμοποιήθηκε ως όρος για τα άτομα εκείνα που ήταν μείγμα Αφρικανών και Ευρωπαίων προγόνων και οι οποίοι δεν ήταν σκλαβωμένοι. Ήταν ορισμός για τις Γαλλικές αποικίες αποκλειστικά όπως η (Γαλλική) Λουιζιάνα και οικισμούς στη Καραϊβική όπως η Γουαδελούπη, η Μαρτινίκα και ο Άγιος Δομίνικος ), με Αφρικανο-αμερικάνικη, λευκή και Ινδιάνικη καταγωγή, στην Γαλλική Συνοικία της Νέας Ορλεάνης. Κάποιες φορές αναφέρεται πως είναι απόγονος Γαλλικής αριστοκρατίας ή κόρη ενός πλούσιου λευκού φυτευτή. Από τον γάμο της με τον Ζακ Παρίς στις 4 Αυγούστου 1819, έναν Ε.Α.Χ. από τον Άγιο Δομίνικο, αναφέρεται πως η Μαρί Λαβό ήταν εξώγαμο παιδί του Τσάρλς Λαβό και της Μαργκερίτ Νταρκαντέλ.
Ο Παρίς ήταν κατά τρία τέταρτα λευκός. Δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες για τον έγγαμο βίο του ζεύγους, καθώς λίγο μετά από τον γάμο, ο Παρίς εξαφανίστηκε, πιθανότατα γυρνώντας πίσω στον Άγιο Δομίνικο. Όμως μετά από 5 χρόνια περίπου, έγινε γνωστός ο θάνατος του ότι προέκυψε το 1820, αλλά δεν υπάρχει πιστοποιητικό ταφής, σε κανένα αρχείο. Είχαν αποκτήσει όμως δύο κόρες, την Φελίσιτι το 1817 και τη Αντζέλ το 1820, που περιέργως εξαφανίστηκε κάθε ίχνος του επίσης.
Μέχρι τότε, από την μυστηριώδη εξαφάνιση των τριών τους, η Μαρί αποκαλούσε τον εαυτό της ως “Χήρα Παρίς”, και έπιασε δουλειά ως κομμώτρια για τις εύπορες λευκές και Κρεολές γυναίκες της Νέας Ορλεάνης. Αυτές οι γυναίκες, τυφλές από την κοινωνική τους δύναμη και θέση, έλεγαν τα πιο ενδόμυχα μυστικά τους στη Μαρί, για τους συζύγους τους ή τους εραστές τους, τις περιουσίες τους και τις ερωμένες των συζύγων τους, τις επαγγελματικές τους σχέσεις, τους φόβους της παραφροσύνης τους μην τυχόν και ανακαλύψει κανείς ίχνος έγχρωμου αίματος στην καταγωγή τους. Τις πληροφορίες που μάθαινε τις θυμόταν όλες, με κάθε λεπτομέρεια και τις χρησιμοποίησε αργότερα για να ενισχύσει τις δυνάμεις της ως “Βουντουϊέν”.
Περίπου το 1826, η Μαρί άρχισε να συγκατοικεί με τον Λουίς Κριστόφ Ντούμινι ντε Γκλαπιόν, ακόμα ένας άντρας από τον Άγιο Δομίνικο, ο οποίος πέθανε τον Ιούνιο του 1855 (κάποιες πηγές αναφέρουν πως πέθανε το 1835). Δεν παντρεύτηκαν ποτέ οι δυο τους, αλλά απέκτησαν 15 παιδιά με ταχεία σειρά. Εγκατέλειψε τη δουλειά της ως κομμώτρια και άρχισε να αφιερώνει όλες της τις ενέργειες στο να γίνει η Ανώτερη Βουντού Βασίλισσα της Νέας Ορλεάνης. Οι έγχρωμοι εξασκούσαν την τέχνη αυτή κρυφά στην Νέα Ορλεάνη, από την αρχή της άφιξης τους από την Αφρική και την Καραϊβική, ως σκλάβοι. Ιστορίες κυκλοφορούσαν περί κρυφών τελετών μέσα στους βάλτους, με τη λατρεία ενός φιδιού την Ζόμπι και οργιαστικούς χορούς, κατανάλωση αλκοόλ και ερωτοτροπιών. Σχεδόν το 1/3 των ακολούθων τότε ήταν λευκοί, με την επιθυμία να αποκτήσουν την δύναμη να ανακτήσουν έναν χαμένο εραστή, να βρουν νέο και να εξαφανίσουν κάποιο κακό επαγγελματικό συνεργάτη ή να καταστρέψουν ακόμα και κάποιο εχθρό.
Οι συναντήσεις ήταν τόσες πολλές όπου οι λευκοί άρχοντες φοβήθηκαν ότι οι έγχρωμοι σχεδίαζαν κάποια εξέγερση απέναντι τους. Το 1817, η Δημοτική Αρχή εξέδωσαν μια ανακοίνωση με την οποία απαγόρευαν στους έγχρωμους να συγκεντρώνονται για χορό ή για όποιον άλλο σκοπό, πέρα από τις Κυριακές και αυτά σε σημεία που είχαν ήδη επιλεγεί από την ίδια Αρχή. Το σημείο εκείνο ήταν η Πλατεία Κόνγκο, η οποία λέγεται σήμερα Πλατεία Μπόρεγκαρντ, κοντά στο σημείο που η Μαρί ζούσε. Είχε γίνει το ανώτατο σημείο συγκέντρωσης για πάνω από 20 χρόνια.
Είμαστε στις αρχές της δεκαετίας του 1830, όπου πλέον οι βασίλισσες του Βουντού υπήρχαν ήδη πολλές στη Νέα Ορλεάνη. Πολεμούσαν μεταξύ τους για να αποκτήσουν έλεγχο πάνω στην Πλατεία Κόνγκο και τις κρυφές τελετουργίες στην λίμνη Pontchartrain. Αλλά όταν η Μαρί αποφάσισε να γίνει η Ανώτερη Βασίλισσα, ορισμένοι ανέφεραν πως οι άλλες βασίλισσες ξεθώριαζαν μπροστά της, άλλες υπέκυπταν μπροστά στο πανίσχυρο της Gris- gris (δερμάτινο φυλαχτό το οποίο έχει την δύναμη να προστατεύει τον κάτοχο του από το κακό και να φέρνει καλοτυχία) και υποταγή από ωμή δύναμη. Ως ευσεβής Καθολική, η Μαρί Λαβό χρησιμοποίησε αρκετά στοιχεία της Καθολικής λατρείας όπως αγιασμό, θυμίαμα, αγάλματα αγίων και χριστιανικές προσευχές, όλα στις βουντού τελετουργίες της.
Η Λαβό έκανε τις τελετουργίες που γινόντουσαν στην Λίμνη, μια νέα επιχείρηση για την περιοχή με το να ορίζει χρεώσεις. Κάλεσε τους δημοσιογράφους και την αστυνομία. Σε άλλα σημεία, πιο κρυφά όργια οργανώνονταν από πλούσιους λευκούς άνδρες που γύρευαν την συντροφιά όμορφης έγχρωμης, μιγάδας γυναίκας. Στην συνέχεια η Λαβό απέκτησε τον έλεγχο των χορών στην Πλατεία, μπαίνοντας στην περιοχή πριν από τους άλλους χορευτές και έδινε παραστάσεις με το φίδι της για τους παρατηρητές. Τελικά, οι πληροφορίες που είχε μάθει από τα κομμωτήρια της Κρεολής, σε συνδυασμό με την απίστευτη γνώση της πάνω σε ξόρκια, το στυλ και η κομψότητα της, την έκαναν την πιο ισχυρή γυναίκα στη πόλη. Οι λευκοί από όλες τις τάξεις έτρεχαν στην ίδια για βοήθεια με τις διάφορες ερωτικές τους σχέσεις και αγάπες, και οι έγχρωμοι την αναγνώρισαν ως αρχηγό τους. Οι δικαστές την πλήρωναν 1000 δολάρια για να τους βοηθήσει με τις εκλογές και ακόμα και οι πιο ασήμαντες ερωτικές της σκόνες κόστιζαν 10 δολάρια. Ελάχιστοι έγχρωμοι πλήρωσαν για υπηρεσίες. Έγινε τόσο διάσημη, που το να την επισκέπτονται για μαντεία ήταν της μόδας πλέον στην Νέα Ορλεάνη.
Παρόλο που ο έρωτας και η αγάπη πρόσφεραν στην Λαβό περισσότερη δουλειά από οτιδήποτε άλλο, ήταν επίσης γνωστή και για τις δουλειές της με καταδικασμένους φυλακισμένους. Βοήθησε τον Πάτερ Αντουάν, το πιο διάσημο ιερέα της Νέας Ορλεάνης, ο οποίος είχε παντρέψει την ίδια με τον Ζακ Παρίς, με τα θύματα του Κίτρινου Πυρετού. Μέχρι το 1850, μπορούσε να μπαίνει στη φυλακή χωρίς τιμωρία, φέρνοντας φαγητό και παρηγοριά στους φυλακισμένους. Δώρισε έναν βωμό στο παρεκκλήσι της φυλακής και το διακόσμησε με τα χέρια της. Κανένα από όλα αυτά δεν έδειχναν σημάδια της Βουντού παρά έναν αφοσιωμένο Καθολικισμό.
Το 1869, η μητέρα Λαβό συγκάλεσε το τελευταίο της επίσημο Κονκλάβιο, όπου οι ακόλουθοι που το αποτελούσαν αποφάσισαν ότι έπρεπε να αποσυρθεί καθώς είχε φτάσει στα 70 της πλέον. Βέβαια συνέχισε να εργάζεται με την φυλακή και δεν αποσύρθηκε πλήρως από την ενεργό δράση μέχρι το 1875, όπου έκανε εισαγωγή στο σπίτι της στην οδό Αγία Άννα, όπου και παρέμεινε εκεί μέχρι το θάνατο της, στις 11 Ιουνίου 1881.
Η ιστορία της δεν θα τελείωνε εδώ, καθώς η κληρονομιά της συνεχίστηκε. Οι εφημερίδες εκείνη την εποχή την περιέγραφαν ως μια αγία φιγούρα των 98 ετών (ενώ στην πραγματικότητα ήταν 87), η οποία φρόντισε τους αρρώστους και προσευχήθηκε παρέα με τους πεθαμένους και τους καταδικασμένους. Οι δημοσιογράφοι την αποκαλούσαν ως παραλήπτρια “στον μέγιστο βαθμό” του “κληρονομικού δώρου της ομορφιάς” της οικογένειας Λαβό, κάτι που έγινε αντιληπτό από τον Κυβερνήτη Κλαίμπορν, τον πρώην Αντιπρόεδρο των ΗΠΑ Άαρον Μπέερ, ακόμα και μέχρι τον Μαρκίς ντε Λαφαγιέτ. Η νεκρολογία ισχυρίζεται πως έζησε τη ζωή της με ευλάβεια, περιτριγυρισμένη από την Καθολική της θρησκεία, χωρίς να γίνεται αναφορά στο παρελθόν της ως πρακτικού της Βουντού. Ακόμα και ένα από τα εναπομείναντα παιδιά της, η Μαντάμ Λεζέντρ, ισχυρίστηκε πως η μητέρα της ήταν μια αγία και δεν είχε ποτέ ασχοληθεί με την Βουντού και σιχαινόταν την κάστα.
Είπαμε πριν ότι η Μαρί Λαβό ήταν δυο γυναίκες, σωστά; Η διάδοχος της δύναμης της και της κληρονομιάς της ήταν η κόρης της Μαρί Λαβό Γκλαπιόν. Γεννήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 1827, και ήταν η μεγαλύτερη από τα 15 παιδία της Μαρί Λαβό με τον Γκλαπιόν. Δυστυχώς, οι πληροφορίες που υπάρχουν δεν ξεκαθαρίζουν αν η μητέρα Μαρί Λαβό δίδαξε την κόρη Μαρί Λαβό ή αν το ακολούθησε από μόνη της. Η κόρη υστερούσε από την μητέρα της στη συμπόνια και προκάλεσε περισσότερο φόβο και υποταγή. Όπως η μητέρα της, ξεκίνησε την καριέρα της σαν κομμώτρια και κατέληξε να είναι ιδιοκτήτρια ενός μπαρ και ενός μπουρδέλου στην οδό Μπούρμπον.
Η κόρη Μαρί Λαβό συνέχισε τις αναθέσεις της στο Μεζόν Μπλάνζ (Λευκό Οίκο), το σπίτι που η μητέρα της είχε χτίσει για τις κρυφές μυστικές της Βουντού συγκεντρώσεις και τους δεσμούς των λευκών ανδρών με έγχρωμες γυναίκες. Λέγεται, σύμφωνα με πηγή, ότι η κόρη Μαρί Λαβό ήταν πολύ ταλαντούχα προμηθεύτρια, ικανή να προσφέρει ότι ζητούσαν οι άνδρες έναντι πληρωμής φυσικά. Τα πάρτι στο σπίτι είχαν σαμπάνιες, φαγητό, μουσική και κρασί, ενώ οι νεαρές γυναίκες χόρευαν γυμνές για τους λευκούς άνδρες μόνο, συμπεριλαμβανομένων πολιτικών και άλλων υψηλόβαθμων. Πέρα από αυτά, ακόμα και η αστυνομία ποτέ δεν την ενόχλησε, καθώς φοβόντουσαν να έρθουν σε σύγκρουση μαζί της και να καταλήξουν “βουντουδεμένοι”.
Ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα, στο Βουντού Ημερολόγιο της Νέας Ορλεάνης ήταν η Παραμονή του Αγίου Ιωάννη. Στο παραπόταμο του Αγίου Ιωάννη, γινόταν η ετήσια συγκέντρωση η οποία είχε αρχίσει σαν θρησκευτική γιορτή και ένα τσίρκο κάτω από την Λαβό. Η γιορτή αυτή συμβάδιζε με το Θερινό Ηλιοστάσιο και γιορταζόταν από την αρχαιότητα. Η Λαβό προέδρευε την γιορτή αυτή επί χρόνια, και η κόρη της συνέχισε σε ορισμένες περιπτώσεις. Το 1872, ένα άρθρο σε τοπική εφημερίδα για την μέρα εκείνη, ανέφερε πως μετά τον ερχομό της κόρης Μαρί Λαβό, το πλήθος τραγούδησε προς αυτήν κα μετά της έφτιαξαν μια μεγάλη φωτιά για να ζεστάνουν ένα τσουκάλι. Μέσα στο τσουκάλι, έτρεχε νερό από βαρέλι μπύρας, αλάτι, μαύρο πιπέρι, ένα μαύρο φίδι κομμένο σε τρία μέρη (αντιπροσώπευε την Τριάδα), μια γάτα, ένας μαύρος κόκορας και ποικίλες σκόνες. Εν τω μεταξύ, η κόρη Λαβό πρόσταξε τον κόσμο να ξεντυθεί (πράμα που έκαναν) και να τραγουδήσουν ένα απόσπασμα από το “Mamzelle Marie” (“Άι, Μαμζέλ Μαρί! Γνωρίζει όλα τα γκρις-γκρις (φυλαχτά). Σχολείο πήγε με τους αλιγάτορες τους παλιούς. Ο, Μαμζέλ Μαρί! Ξέρει πολύ καλά την Μέγα Ζόμπι”. Ντόπιο τραγούδι της Λουϊζιάνας). Τα μεσάνυχτα όλοι πηδούσαν μέσα στη λίμνη και τραγουδούσαν και χόρευαν για καμιά ώρα ακόμα. Εκείνη την ώρα η Μαρί τους επέτρεπε δίνοντας τους την άδεια να έρθουν σε συνουσία.
Όταν η μητέρα Μαρί Λαβό πέθανε, το δημόσιο ενδιαφέρον για την κόρη της πέθανε επίσης. Η κόρη της συνέχισε να ηγείται τις Βουντού τελετουργίες ανάμεσα στους έγχρωμους και διεύθυνε τον Λευκό Οίκο, αλλά ποτέ δεν έλαβε την ίδια προσοχή από τον τύπο, όπως η μητέρας της. Το τέλος της κόρης της, σύμφωνα με τα αρχεία, ήρθε από πνιγμό σε μια πανίσχυρη καταιγίδα στη λίμνη Pontchartrain το 1897, αλλά ορισμένοι ισχυρίζονται πως την είχαν δει στα τέλη του 1918. Λέγεται πως είναι θαμμένη στην οικογενειακή κρύπτη στο Κοιμητήριο Σαιντ Λουίς No. 1, αλλά ο τάφος δεν φέρει το όνομα της πουθενά. Αντίθετα, ο τάφος φέρει επιγραφή στην οποία λέει πως ανήκει στην “Μαρί Φιλόμ Γκλαπιόν” η οποία απεβίωσε στις 11 Ιουνίου 1897. Ακόμα και στις μέρες μας, ο τάφος προσελκύει τους πιστούς της Βουντού και τους περίεργους. Αφήνουν φαγητά σαν προσφορά, χρήματα και άνθη, και ζητούν στη συνέχεια την βοήθεια της Μαρί Λαβό αφού γυρίσουν τρεις φορές και κάνουν έναν σταυρό με κεραμίδι σε πέτρα. Το νεκροταφείο είναι κάπως μικρό, αλλά ο τάφος κάποιες φορές φαίνεται να εμφανίζεται από το πουθενά καθώς τριγυρνάς μέσα στο χώρο.
Ορισμένοι πιστεύουν ότι η κόρη Μαρί Λαβό είναι θαμμένη στο Κοιμητήριο Σαιντ Λουίς Νο.2, όπου υπάρχει μια επιγραφή με το όνομα “Μαρί Λαβό” και φέρει κόκκινους σταυρούς από κεραμίδι, από γυναίκες που ζητούν βοήθεια για να βρουν σύζυγο.
-->
Φαντάζουν σκηνές από κάποια χολιγουντιανή ταινία μαγείας και Βουντού. Τη Βασίλισσα του Βουντού, Μαρί Λαβό, την γνώρισαν όσοι δεν την ήξεραν από το “American Horror Story: The Coven”, την οποία ενσάρκωσε η Angela Bassett. Υπήρχε άραγε κάποια αλήθεια στην τηλεοπτική της διασκευή με την πραγματικότητα;
Η Μαρί Κατερίν Λαβό, όπως είναι το κανονικό της όνομα, ήταν φημισμένη
ισχυρή γυναίκα στη Νέα Ορλεάνη, ως πρακτικός της Βουντού και ανήκε στην Κρεολή της Λουϊζιάνας. Είναι γνωστή με το όνομα “Βασίλισσα της Βουντού”, αλλά στην πραγματικότητα ήταν δυο γυναίκες, μητέρα και κόρη. Εκείνη την εποχή και οι δυο τους ήταν οι Αρχηγοί της Βουντού στην Νέα Ορλεάνη του 19ου αιώνα και αποτελούσαν την επιτομή της σαγηνευτικής έλξης. Γυναίκες με μαγικές δυνάμεις, έλεγχο πάνω στους εραστές τους αλλά και στους εχθρούς τους καθώς και στο σεξ.
Η μητέρα Μαρί Κατερίν Λαβό (όπως είναι το πλήρες όνομα της), πιθανολογείται πως γεννήθηκε στις 10 Σεπτέμβρη του 1794 (ενώ σύμφωνα με άλλες πηγές, γεννήθηκε το 1801). Γεννημένη ως “Ελεύθερη Γυναίκα Χρώματος” (“Free people of color”. Στα πλαίσια της Αμερικάνικης ιστορίας της δουλείας, χρησιμοποιήθηκε ως όρος για τα άτομα εκείνα που ήταν μείγμα Αφρικανών και Ευρωπαίων προγόνων και οι οποίοι δεν ήταν σκλαβωμένοι. Ήταν ορισμός για τις Γαλλικές αποικίες αποκλειστικά όπως η (Γαλλική) Λουιζιάνα και οικισμούς στη Καραϊβική όπως η Γουαδελούπη, η Μαρτινίκα και ο Άγιος Δομίνικος ), με Αφρικανο-αμερικάνικη, λευκή και Ινδιάνικη καταγωγή, στην Γαλλική Συνοικία της Νέας Ορλεάνης. Κάποιες φορές αναφέρεται πως είναι απόγονος Γαλλικής αριστοκρατίας ή κόρη ενός πλούσιου λευκού φυτευτή. Από τον γάμο της με τον Ζακ Παρίς στις 4 Αυγούστου 1819, έναν Ε.Α.Χ. από τον Άγιο Δομίνικο, αναφέρεται πως η Μαρί Λαβό ήταν εξώγαμο παιδί του Τσάρλς Λαβό και της Μαργκερίτ Νταρκαντέλ.
Ο Παρίς ήταν κατά τρία τέταρτα λευκός. Δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες για τον έγγαμο βίο του ζεύγους, καθώς λίγο μετά από τον γάμο, ο Παρίς εξαφανίστηκε, πιθανότατα γυρνώντας πίσω στον Άγιο Δομίνικο. Όμως μετά από 5 χρόνια περίπου, έγινε γνωστός ο θάνατος του ότι προέκυψε το 1820, αλλά δεν υπάρχει πιστοποιητικό ταφής, σε κανένα αρχείο. Είχαν αποκτήσει όμως δύο κόρες, την Φελίσιτι το 1817 και τη Αντζέλ το 1820, που περιέργως εξαφανίστηκε κάθε ίχνος του επίσης.
Μέχρι τότε, από την μυστηριώδη εξαφάνιση των τριών τους, η Μαρί αποκαλούσε τον εαυτό της ως “Χήρα Παρίς”, και έπιασε δουλειά ως κομμώτρια για τις εύπορες λευκές και Κρεολές γυναίκες της Νέας Ορλεάνης. Αυτές οι γυναίκες, τυφλές από την κοινωνική τους δύναμη και θέση, έλεγαν τα πιο ενδόμυχα μυστικά τους στη Μαρί, για τους συζύγους τους ή τους εραστές τους, τις περιουσίες τους και τις ερωμένες των συζύγων τους, τις επαγγελματικές τους σχέσεις, τους φόβους της παραφροσύνης τους μην τυχόν και ανακαλύψει κανείς ίχνος έγχρωμου αίματος στην καταγωγή τους. Τις πληροφορίες που μάθαινε τις θυμόταν όλες, με κάθε λεπτομέρεια και τις χρησιμοποίησε αργότερα για να ενισχύσει τις δυνάμεις της ως “Βουντουϊέν”.
Περίπου το 1826, η Μαρί άρχισε να συγκατοικεί με τον Λουίς Κριστόφ Ντούμινι ντε Γκλαπιόν, ακόμα ένας άντρας από τον Άγιο Δομίνικο, ο οποίος πέθανε τον Ιούνιο του 1855 (κάποιες πηγές αναφέρουν πως πέθανε το 1835). Δεν παντρεύτηκαν ποτέ οι δυο τους, αλλά απέκτησαν 15 παιδιά με ταχεία σειρά. Εγκατέλειψε τη δουλειά της ως κομμώτρια και άρχισε να αφιερώνει όλες της τις ενέργειες στο να γίνει η Ανώτερη Βουντού Βασίλισσα της Νέας Ορλεάνης. Οι έγχρωμοι εξασκούσαν την τέχνη αυτή κρυφά στην Νέα Ορλεάνη, από την αρχή της άφιξης τους από την Αφρική και την Καραϊβική, ως σκλάβοι. Ιστορίες κυκλοφορούσαν περί κρυφών τελετών μέσα στους βάλτους, με τη λατρεία ενός φιδιού την Ζόμπι και οργιαστικούς χορούς, κατανάλωση αλκοόλ και ερωτοτροπιών. Σχεδόν το 1/3 των ακολούθων τότε ήταν λευκοί, με την επιθυμία να αποκτήσουν την δύναμη να ανακτήσουν έναν χαμένο εραστή, να βρουν νέο και να εξαφανίσουν κάποιο κακό επαγγελματικό συνεργάτη ή να καταστρέψουν ακόμα και κάποιο εχθρό.
Οι συναντήσεις ήταν τόσες πολλές όπου οι λευκοί άρχοντες φοβήθηκαν ότι οι έγχρωμοι σχεδίαζαν κάποια εξέγερση απέναντι τους. Το 1817, η Δημοτική Αρχή εξέδωσαν μια ανακοίνωση με την οποία απαγόρευαν στους έγχρωμους να συγκεντρώνονται για χορό ή για όποιον άλλο σκοπό, πέρα από τις Κυριακές και αυτά σε σημεία που είχαν ήδη επιλεγεί από την ίδια Αρχή. Το σημείο εκείνο ήταν η Πλατεία Κόνγκο, η οποία λέγεται σήμερα Πλατεία Μπόρεγκαρντ, κοντά στο σημείο που η Μαρί ζούσε. Είχε γίνει το ανώτατο σημείο συγκέντρωσης για πάνω από 20 χρόνια.
Είμαστε στις αρχές της δεκαετίας του 1830, όπου πλέον οι βασίλισσες του Βουντού υπήρχαν ήδη πολλές στη Νέα Ορλεάνη. Πολεμούσαν μεταξύ τους για να αποκτήσουν έλεγχο πάνω στην Πλατεία Κόνγκο και τις κρυφές τελετουργίες στην λίμνη Pontchartrain. Αλλά όταν η Μαρί αποφάσισε να γίνει η Ανώτερη Βασίλισσα, ορισμένοι ανέφεραν πως οι άλλες βασίλισσες ξεθώριαζαν μπροστά της, άλλες υπέκυπταν μπροστά στο πανίσχυρο της Gris- gris (δερμάτινο φυλαχτό το οποίο έχει την δύναμη να προστατεύει τον κάτοχο του από το κακό και να φέρνει καλοτυχία) και υποταγή από ωμή δύναμη. Ως ευσεβής Καθολική, η Μαρί Λαβό χρησιμοποίησε αρκετά στοιχεία της Καθολικής λατρείας όπως αγιασμό, θυμίαμα, αγάλματα αγίων και χριστιανικές προσευχές, όλα στις βουντού τελετουργίες της.
Η Λαβό έκανε τις τελετουργίες που γινόντουσαν στην Λίμνη, μια νέα επιχείρηση για την περιοχή με το να ορίζει χρεώσεις. Κάλεσε τους δημοσιογράφους και την αστυνομία. Σε άλλα σημεία, πιο κρυφά όργια οργανώνονταν από πλούσιους λευκούς άνδρες που γύρευαν την συντροφιά όμορφης έγχρωμης, μιγάδας γυναίκας. Στην συνέχεια η Λαβό απέκτησε τον έλεγχο των χορών στην Πλατεία, μπαίνοντας στην περιοχή πριν από τους άλλους χορευτές και έδινε παραστάσεις με το φίδι της για τους παρατηρητές. Τελικά, οι πληροφορίες που είχε μάθει από τα κομμωτήρια της Κρεολής, σε συνδυασμό με την απίστευτη γνώση της πάνω σε ξόρκια, το στυλ και η κομψότητα της, την έκαναν την πιο ισχυρή γυναίκα στη πόλη. Οι λευκοί από όλες τις τάξεις έτρεχαν στην ίδια για βοήθεια με τις διάφορες ερωτικές τους σχέσεις και αγάπες, και οι έγχρωμοι την αναγνώρισαν ως αρχηγό τους. Οι δικαστές την πλήρωναν 1000 δολάρια για να τους βοηθήσει με τις εκλογές και ακόμα και οι πιο ασήμαντες ερωτικές της σκόνες κόστιζαν 10 δολάρια. Ελάχιστοι έγχρωμοι πλήρωσαν για υπηρεσίες. Έγινε τόσο διάσημη, που το να την επισκέπτονται για μαντεία ήταν της μόδας πλέον στην Νέα Ορλεάνη.
Παρόλο που ο έρωτας και η αγάπη πρόσφεραν στην Λαβό περισσότερη δουλειά από οτιδήποτε άλλο, ήταν επίσης γνωστή και για τις δουλειές της με καταδικασμένους φυλακισμένους. Βοήθησε τον Πάτερ Αντουάν, το πιο διάσημο ιερέα της Νέας Ορλεάνης, ο οποίος είχε παντρέψει την ίδια με τον Ζακ Παρίς, με τα θύματα του Κίτρινου Πυρετού. Μέχρι το 1850, μπορούσε να μπαίνει στη φυλακή χωρίς τιμωρία, φέρνοντας φαγητό και παρηγοριά στους φυλακισμένους. Δώρισε έναν βωμό στο παρεκκλήσι της φυλακής και το διακόσμησε με τα χέρια της. Κανένα από όλα αυτά δεν έδειχναν σημάδια της Βουντού παρά έναν αφοσιωμένο Καθολικισμό.
Το 1869, η μητέρα Λαβό συγκάλεσε το τελευταίο της επίσημο Κονκλάβιο, όπου οι ακόλουθοι που το αποτελούσαν αποφάσισαν ότι έπρεπε να αποσυρθεί καθώς είχε φτάσει στα 70 της πλέον. Βέβαια συνέχισε να εργάζεται με την φυλακή και δεν αποσύρθηκε πλήρως από την ενεργό δράση μέχρι το 1875, όπου έκανε εισαγωγή στο σπίτι της στην οδό Αγία Άννα, όπου και παρέμεινε εκεί μέχρι το θάνατο της, στις 11 Ιουνίου 1881.
Η ιστορία της δεν θα τελείωνε εδώ, καθώς η κληρονομιά της συνεχίστηκε. Οι εφημερίδες εκείνη την εποχή την περιέγραφαν ως μια αγία φιγούρα των 98 ετών (ενώ στην πραγματικότητα ήταν 87), η οποία φρόντισε τους αρρώστους και προσευχήθηκε παρέα με τους πεθαμένους και τους καταδικασμένους. Οι δημοσιογράφοι την αποκαλούσαν ως παραλήπτρια “στον μέγιστο βαθμό” του “κληρονομικού δώρου της ομορφιάς” της οικογένειας Λαβό, κάτι που έγινε αντιληπτό από τον Κυβερνήτη Κλαίμπορν, τον πρώην Αντιπρόεδρο των ΗΠΑ Άαρον Μπέερ, ακόμα και μέχρι τον Μαρκίς ντε Λαφαγιέτ. Η νεκρολογία ισχυρίζεται πως έζησε τη ζωή της με ευλάβεια, περιτριγυρισμένη από την Καθολική της θρησκεία, χωρίς να γίνεται αναφορά στο παρελθόν της ως πρακτικού της Βουντού. Ακόμα και ένα από τα εναπομείναντα παιδιά της, η Μαντάμ Λεζέντρ, ισχυρίστηκε πως η μητέρα της ήταν μια αγία και δεν είχε ποτέ ασχοληθεί με την Βουντού και σιχαινόταν την κάστα.
Είπαμε πριν ότι η Μαρί Λαβό ήταν δυο γυναίκες, σωστά; Η διάδοχος της δύναμης της και της κληρονομιάς της ήταν η κόρης της Μαρί Λαβό Γκλαπιόν. Γεννήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 1827, και ήταν η μεγαλύτερη από τα 15 παιδία της Μαρί Λαβό με τον Γκλαπιόν. Δυστυχώς, οι πληροφορίες που υπάρχουν δεν ξεκαθαρίζουν αν η μητέρα Μαρί Λαβό δίδαξε την κόρη Μαρί Λαβό ή αν το ακολούθησε από μόνη της. Η κόρη υστερούσε από την μητέρα της στη συμπόνια και προκάλεσε περισσότερο φόβο και υποταγή. Όπως η μητέρα της, ξεκίνησε την καριέρα της σαν κομμώτρια και κατέληξε να είναι ιδιοκτήτρια ενός μπαρ και ενός μπουρδέλου στην οδό Μπούρμπον.
Η κόρη Μαρί Λαβό συνέχισε τις αναθέσεις της στο Μεζόν Μπλάνζ (Λευκό Οίκο), το σπίτι που η μητέρα της είχε χτίσει για τις κρυφές μυστικές της Βουντού συγκεντρώσεις και τους δεσμούς των λευκών ανδρών με έγχρωμες γυναίκες. Λέγεται, σύμφωνα με πηγή, ότι η κόρη Μαρί Λαβό ήταν πολύ ταλαντούχα προμηθεύτρια, ικανή να προσφέρει ότι ζητούσαν οι άνδρες έναντι πληρωμής φυσικά. Τα πάρτι στο σπίτι είχαν σαμπάνιες, φαγητό, μουσική και κρασί, ενώ οι νεαρές γυναίκες χόρευαν γυμνές για τους λευκούς άνδρες μόνο, συμπεριλαμβανομένων πολιτικών και άλλων υψηλόβαθμων. Πέρα από αυτά, ακόμα και η αστυνομία ποτέ δεν την ενόχλησε, καθώς φοβόντουσαν να έρθουν σε σύγκρουση μαζί της και να καταλήξουν “βουντουδεμένοι”.
Ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα, στο Βουντού Ημερολόγιο της Νέας Ορλεάνης ήταν η Παραμονή του Αγίου Ιωάννη. Στο παραπόταμο του Αγίου Ιωάννη, γινόταν η ετήσια συγκέντρωση η οποία είχε αρχίσει σαν θρησκευτική γιορτή και ένα τσίρκο κάτω από την Λαβό. Η γιορτή αυτή συμβάδιζε με το Θερινό Ηλιοστάσιο και γιορταζόταν από την αρχαιότητα. Η Λαβό προέδρευε την γιορτή αυτή επί χρόνια, και η κόρη της συνέχισε σε ορισμένες περιπτώσεις. Το 1872, ένα άρθρο σε τοπική εφημερίδα για την μέρα εκείνη, ανέφερε πως μετά τον ερχομό της κόρης Μαρί Λαβό, το πλήθος τραγούδησε προς αυτήν κα μετά της έφτιαξαν μια μεγάλη φωτιά για να ζεστάνουν ένα τσουκάλι. Μέσα στο τσουκάλι, έτρεχε νερό από βαρέλι μπύρας, αλάτι, μαύρο πιπέρι, ένα μαύρο φίδι κομμένο σε τρία μέρη (αντιπροσώπευε την Τριάδα), μια γάτα, ένας μαύρος κόκορας και ποικίλες σκόνες. Εν τω μεταξύ, η κόρη Λαβό πρόσταξε τον κόσμο να ξεντυθεί (πράμα που έκαναν) και να τραγουδήσουν ένα απόσπασμα από το “Mamzelle Marie” (“Άι, Μαμζέλ Μαρί! Γνωρίζει όλα τα γκρις-γκρις (φυλαχτά). Σχολείο πήγε με τους αλιγάτορες τους παλιούς. Ο, Μαμζέλ Μαρί! Ξέρει πολύ καλά την Μέγα Ζόμπι”. Ντόπιο τραγούδι της Λουϊζιάνας). Τα μεσάνυχτα όλοι πηδούσαν μέσα στη λίμνη και τραγουδούσαν και χόρευαν για καμιά ώρα ακόμα. Εκείνη την ώρα η Μαρί τους επέτρεπε δίνοντας τους την άδεια να έρθουν σε συνουσία.
Όταν η μητέρα Μαρί Λαβό πέθανε, το δημόσιο ενδιαφέρον για την κόρη της πέθανε επίσης. Η κόρη της συνέχισε να ηγείται τις Βουντού τελετουργίες ανάμεσα στους έγχρωμους και διεύθυνε τον Λευκό Οίκο, αλλά ποτέ δεν έλαβε την ίδια προσοχή από τον τύπο, όπως η μητέρας της. Το τέλος της κόρης της, σύμφωνα με τα αρχεία, ήρθε από πνιγμό σε μια πανίσχυρη καταιγίδα στη λίμνη Pontchartrain το 1897, αλλά ορισμένοι ισχυρίζονται πως την είχαν δει στα τέλη του 1918. Λέγεται πως είναι θαμμένη στην οικογενειακή κρύπτη στο Κοιμητήριο Σαιντ Λουίς No. 1, αλλά ο τάφος δεν φέρει το όνομα της πουθενά. Αντίθετα, ο τάφος φέρει επιγραφή στην οποία λέει πως ανήκει στην “Μαρί Φιλόμ Γκλαπιόν” η οποία απεβίωσε στις 11 Ιουνίου 1897. Ακόμα και στις μέρες μας, ο τάφος προσελκύει τους πιστούς της Βουντού και τους περίεργους. Αφήνουν φαγητά σαν προσφορά, χρήματα και άνθη, και ζητούν στη συνέχεια την βοήθεια της Μαρί Λαβό αφού γυρίσουν τρεις φορές και κάνουν έναν σταυρό με κεραμίδι σε πέτρα. Το νεκροταφείο είναι κάπως μικρό, αλλά ο τάφος κάποιες φορές φαίνεται να εμφανίζεται από το πουθενά καθώς τριγυρνάς μέσα στο χώρο.
Ορισμένοι πιστεύουν ότι η κόρη Μαρί Λαβό είναι θαμμένη στο Κοιμητήριο Σαιντ Λουίς Νο.2, όπου υπάρχει μια επιγραφή με το όνομα “Μαρί Λαβό” και φέρει κόκκινους σταυρούς από κεραμίδι, από γυναίκες που ζητούν βοήθεια για να βρουν σύζυγο.
Όμως παραμένει το μπέρδεμα για το μέρος ταφής, καθώς άλλες πηγές ορίζουν πως είναι στην οδό Γκιρόντ, στην οδό Λουίσα και στην οδό Χόλτ. Η μητέρα ή η κόρη Μαρί Λαβό, συνεχίζουν μέχρι και σήμερα να κάνουν εμφανίσεις, και σύμφωνα με το μύθο, το μέρος που εμφανίζονται συχνά είναι γύρω από το νεκροταφείο, την παλιά Γαλλική Συνοικία και τα μέρη που σύχναζαν για τις Βουντού συγκεντρώσεις τους.
Από το el.gr
loading...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου