«Πέρασαν τρεις μέρες χωρίς αποτέλεσμα, και οι αξιώσεις του Ιουστινιανού να επιστρέψει στον θρόνο αντιμετωπίσθηκαν με ειρωνία και χλευασμό. Τότε με λίγους γενναίους συντρόφους του κατόρθωσε να διεισδύσει τη νύκτα στην Κωνσταντινούπολη μέσα από έναν αγωγό του υδραγωγείου. Η πόλη αιφνιδιάσθηκε και προκλήθηκε τέτοιος πανικός, ώστε ο Τιβέριος τράπηκε σε φυγή και εγκατέλειψε τον θρόνο στον τολμηρό αντίπαλό του. Ο Ιουστινιανός, ο οποίος, όπως φαίνεται, δεν είχε
μόνον εχθρούς αλλά και πιστούς οπαδούς στην Κωνσταντινούπολη, πέτυχε να καταλάβει το ανάκτορο των Βλαχερνών και να ανέλθει για δεύτερη φορά στον θρόνο των προγόνων του μετά από μια δεκαετή περιπετειώδη εξορία...»
ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ: «… η δυναστεία του Ηρακλείου έμελλε να καταλάβει για άλλη μια φορά την εξουσία στο πρόσωπο του Ιουστινιανού Β'. Το αχαλίνωτο πνεύμα του Ιουστινιανού δεν μπόρεσαν να καθηλώσουν ούτε ο απαίσιος ακρωτηριασμός του ούτε η εξορία του στην απομακρυσμένη Χερσώνα• δεν υποτάχθηκε ποτέ στη μοίρα του, αλλά ποθούσε την επιστροφή και την εκδίκηση. Φαίνεται ότι τον ενθάρρυνε η αλλαγή στο θρόνο το 698. Η συμπεριφορά του άρχισε να γίνεται αρκετά ύποπτη, έτσι που η τοπική διοίκηση της Χερσώνας αποφάσισε να τον παραδώσει στην κυβέρνηση της Κωνσταντινουπόλεως. Ειδοποιήθηκε όμως έγκαιρα ο Ιουστινιανός και κατόρθωσε να διαφύγει στο κράτος των Χαζάρων, όπου ο χαγάνος τον υποδέχθηκε με τιμές και του έδωσε μάλιστα για σύζυγο την αδελφή του, η οποία μεταστράφηκε στον χριστιανισμό και έλαβε το όνομα Θεοδώρα, το όνομα της συζύγου του Ιουστινιανού Α'. Η δραπέτευση του Ιουστινιανού προκάλεσε σοβαρές ανησυχίες στην Κωνσταντινούπολη. Ο αυτοκράτορας Τιβέριος έστειλε στην αυλή του χαγάνου πρεσβεία και απαίτησε να του παραδοθεί ο Ιουστινιανός. Ο χαγάνος για να μη διαταράξει τις αγαθές σχέσεις του με το Βυζάντιο, αποφάσισε να ικανοποιήσει το αίτημα του αυτοκράτορα. Ο Ιουστινιανός, που ειδοποιήθηκε πάλι έγκαιρα για τον κίνδυνο που τον απειλούσε, δραπέτευσε και πάλι και μετά από πολλές περιπέτειες κατόρθωσε να φθάσει στα δυτικά παράλια του Ευξείνου Πόντου. Εδώ ήλθε σε επαφή με τον Βούλγαρο ηγεμόνα Τέρβελι (Tervel) και εξασφάλισε την υποστήριξή του. Το φθινόπωρο του 705 εμφανίσθηκε, με την συνοδεία του Τέρβελι και επικεφαλής . Ο έκπτωτος Λεόντιος κλείσθηκε σε κάποιο μοναστήρι, αφού υποβλήθηκε στην ίδια ποινή όπως και ο Ιουστινιανός, που ο ίδιος είχε εκθρονίσει, δηλ. στο κόψιμο της μύτης. Ο Τιβέριος Β' δεν προσπάθησε να ανακτήσει το χαμένο Εξαρχάτο της Καρχηδόνας ή τουλάχιστο να αναχαιτίσει την περαιτέρω προέλαση των Αράβων στην Αφρική. Οι Άραβες, που τώρα πια είχαν να αντιμετωπίσουν στην εξάπλωσή τους μόνο τις φυλές των ιθαγενών Μαυριτανών, έφθασαν στις αρχές του όγδοου αιώνα ως τις ακτές του Ατλαντικού. Την πρώτη ισχυρή αντίσταση αντιμετώπισαν στην πόλη Septem (την σημερινή Céuta, στην οδό προς το Γιβραλτάρ), που ήταν το δυτικό προπύργιο της αυτοκρατορίας στην αφρικανική ακτή. Όταν κατέλαβαν και το οχυρό αυτό το 711, οι Άραβες είχαν πια στην εξουσία τους ολόκληρη την ακτή της βόρειας Αφρικής, ενώ συγχρόνως άρχιζαν την κατάκτηση της Ισπανίας, όπου μέσα σε λίγα χρόνια κατέλυσαν το κράτος των Βησιγότθων. Έτσι οι Άραβες εισήλθαν στην Ευρώπη από τον πλάγιο δρόμο στα δυτικά, περνώντας από τις ακτές της Αφρικής, αφού η προέλαση τους από τα ανατολικά εμποδίσθηκε από τα ισχυρά τείχη της Κωνσταντινουπόλεως ενός ισχυρού βουλγαρο-σλαβικού στρατού, μπροστά στην Κωνσταντινούπολη. Ωστόσο ο στρατός αυτός ήταν ανίσχυρος μπροστά στα τείχη της βυζαντινής πρωτεύουσας.
Πέρασαν τρεις μέρες χωρίς αποτέλεσμα, και οι αξιώσεις του Ιουστινιανού να επιστρέψει στον θρόνο αντιμετωπίσθηκαν με ειρωνία και χλευασμό. Τότε με λίγους γενναίους συντρόφους του κατόρθωσε να διεισδύσει τη νύκτα στην Κωνσταντινούπολη μέσα από έναν αγωγό του υδραγωγείου. Η πόλη αιφνιδιάσθηκε και προκλήθηκε τέτοιος πανικός, ώστε ο Τιβέριος τράπηκε σε φυγή και εγκατέλειψε τον θρόνο στον τολμηρό αντίπαλό του. Ο Ιουστινιανός, ο οποίος, όπως φαίνεται, δεν είχε μόνον εχθρούς αλλά και πιστούς οπαδούς στην Κωνσταντινούπολη, πέτυχε να καταλάβει το ανάκτορο των Βλαχερνών και να ανέλθει για δεύτερη φορά στον θρόνο των προγόνων του μετά από μια δεκαετή περιπετειώδη εξορία. Ο «ρινότμητος» αυτοκράτορας έμεινε στην εξουσία έξη ακόμη χρόνια (705-11), ξεπερνώντας τις δυσχέρειες που του προκαλούσε ο απαίσιος ακρωτηριασμός του, που υποτίθεται ότι συμβόλιζε την ανικανότητά του να κατέχει τον θρόνο. Η δύναμη της θελήσεώς του απέδειξε ότι ο τρόπος αυτός να καταστεί κάποιος ανίκανος για τον θρόνο, δηλαδή ο ακρωτηριασμός, που είχε εφαρμοσθεί συχνά στον έβδομο αιώνα, δεν ήταν αρκετά αποτελεσματικός. Και πραγματικά, δεν εφαρμόσθηκε ποτέ πια σε περιπτώσεις διεκδικητών του θρόνου και έκπτωτων αυτοκρατόρων.
-->
μόνον εχθρούς αλλά και πιστούς οπαδούς στην Κωνσταντινούπολη, πέτυχε να καταλάβει το ανάκτορο των Βλαχερνών και να ανέλθει για δεύτερη φορά στον θρόνο των προγόνων του μετά από μια δεκαετή περιπετειώδη εξορία...»
ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ: «… η δυναστεία του Ηρακλείου έμελλε να καταλάβει για άλλη μια φορά την εξουσία στο πρόσωπο του Ιουστινιανού Β'. Το αχαλίνωτο πνεύμα του Ιουστινιανού δεν μπόρεσαν να καθηλώσουν ούτε ο απαίσιος ακρωτηριασμός του ούτε η εξορία του στην απομακρυσμένη Χερσώνα• δεν υποτάχθηκε ποτέ στη μοίρα του, αλλά ποθούσε την επιστροφή και την εκδίκηση. Φαίνεται ότι τον ενθάρρυνε η αλλαγή στο θρόνο το 698. Η συμπεριφορά του άρχισε να γίνεται αρκετά ύποπτη, έτσι που η τοπική διοίκηση της Χερσώνας αποφάσισε να τον παραδώσει στην κυβέρνηση της Κωνσταντινουπόλεως. Ειδοποιήθηκε όμως έγκαιρα ο Ιουστινιανός και κατόρθωσε να διαφύγει στο κράτος των Χαζάρων, όπου ο χαγάνος τον υποδέχθηκε με τιμές και του έδωσε μάλιστα για σύζυγο την αδελφή του, η οποία μεταστράφηκε στον χριστιανισμό και έλαβε το όνομα Θεοδώρα, το όνομα της συζύγου του Ιουστινιανού Α'. Η δραπέτευση του Ιουστινιανού προκάλεσε σοβαρές ανησυχίες στην Κωνσταντινούπολη. Ο αυτοκράτορας Τιβέριος έστειλε στην αυλή του χαγάνου πρεσβεία και απαίτησε να του παραδοθεί ο Ιουστινιανός. Ο χαγάνος για να μη διαταράξει τις αγαθές σχέσεις του με το Βυζάντιο, αποφάσισε να ικανοποιήσει το αίτημα του αυτοκράτορα. Ο Ιουστινιανός, που ειδοποιήθηκε πάλι έγκαιρα για τον κίνδυνο που τον απειλούσε, δραπέτευσε και πάλι και μετά από πολλές περιπέτειες κατόρθωσε να φθάσει στα δυτικά παράλια του Ευξείνου Πόντου. Εδώ ήλθε σε επαφή με τον Βούλγαρο ηγεμόνα Τέρβελι (Tervel) και εξασφάλισε την υποστήριξή του. Το φθινόπωρο του 705 εμφανίσθηκε, με την συνοδεία του Τέρβελι και επικεφαλής . Ο έκπτωτος Λεόντιος κλείσθηκε σε κάποιο μοναστήρι, αφού υποβλήθηκε στην ίδια ποινή όπως και ο Ιουστινιανός, που ο ίδιος είχε εκθρονίσει, δηλ. στο κόψιμο της μύτης. Ο Τιβέριος Β' δεν προσπάθησε να ανακτήσει το χαμένο Εξαρχάτο της Καρχηδόνας ή τουλάχιστο να αναχαιτίσει την περαιτέρω προέλαση των Αράβων στην Αφρική. Οι Άραβες, που τώρα πια είχαν να αντιμετωπίσουν στην εξάπλωσή τους μόνο τις φυλές των ιθαγενών Μαυριτανών, έφθασαν στις αρχές του όγδοου αιώνα ως τις ακτές του Ατλαντικού. Την πρώτη ισχυρή αντίσταση αντιμετώπισαν στην πόλη Septem (την σημερινή Céuta, στην οδό προς το Γιβραλτάρ), που ήταν το δυτικό προπύργιο της αυτοκρατορίας στην αφρικανική ακτή. Όταν κατέλαβαν και το οχυρό αυτό το 711, οι Άραβες είχαν πια στην εξουσία τους ολόκληρη την ακτή της βόρειας Αφρικής, ενώ συγχρόνως άρχιζαν την κατάκτηση της Ισπανίας, όπου μέσα σε λίγα χρόνια κατέλυσαν το κράτος των Βησιγότθων. Έτσι οι Άραβες εισήλθαν στην Ευρώπη από τον πλάγιο δρόμο στα δυτικά, περνώντας από τις ακτές της Αφρικής, αφού η προέλαση τους από τα ανατολικά εμποδίσθηκε από τα ισχυρά τείχη της Κωνσταντινουπόλεως ενός ισχυρού βουλγαρο-σλαβικού στρατού, μπροστά στην Κωνσταντινούπολη. Ωστόσο ο στρατός αυτός ήταν ανίσχυρος μπροστά στα τείχη της βυζαντινής πρωτεύουσας.
Πέρασαν τρεις μέρες χωρίς αποτέλεσμα, και οι αξιώσεις του Ιουστινιανού να επιστρέψει στον θρόνο αντιμετωπίσθηκαν με ειρωνία και χλευασμό. Τότε με λίγους γενναίους συντρόφους του κατόρθωσε να διεισδύσει τη νύκτα στην Κωνσταντινούπολη μέσα από έναν αγωγό του υδραγωγείου. Η πόλη αιφνιδιάσθηκε και προκλήθηκε τέτοιος πανικός, ώστε ο Τιβέριος τράπηκε σε φυγή και εγκατέλειψε τον θρόνο στον τολμηρό αντίπαλό του. Ο Ιουστινιανός, ο οποίος, όπως φαίνεται, δεν είχε μόνον εχθρούς αλλά και πιστούς οπαδούς στην Κωνσταντινούπολη, πέτυχε να καταλάβει το ανάκτορο των Βλαχερνών και να ανέλθει για δεύτερη φορά στον θρόνο των προγόνων του μετά από μια δεκαετή περιπετειώδη εξορία. Ο «ρινότμητος» αυτοκράτορας έμεινε στην εξουσία έξη ακόμη χρόνια (705-11), ξεπερνώντας τις δυσχέρειες που του προκαλούσε ο απαίσιος ακρωτηριασμός του, που υποτίθεται ότι συμβόλιζε την ανικανότητά του να κατέχει τον θρόνο. Η δύναμη της θελήσεώς του απέδειξε ότι ο τρόπος αυτός να καταστεί κάποιος ανίκανος για τον θρόνο, δηλαδή ο ακρωτηριασμός, που είχε εφαρμοσθεί συχνά στον έβδομο αιώνα, δεν ήταν αρκετά αποτελεσματικός. Και πραγματικά, δεν εφαρμόσθηκε ποτέ πια σε περιπτώσεις διεκδικητών του θρόνου και έκπτωτων αυτοκρατόρων.
Ο Ιουστινιανός μοιράσθηκε τον θρόνο με τη σύζυγό του Θεοδώρα, που μετά την επικράτηση του πραξικοπήματός του έφερε από τη Χαζαρία στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τον γιο τους, που είχε στο μεταξύ γεννήσει. Ο γιος του ονομάσθηκε Τιβέριος και αναγορεύθηκε συναυτοκράτορας…
[ΠΗΓΗ: Georg Ostrogorsky Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους Τόμοι: Α'+Β'+Γ'1]
Με σεβασμό και τιμή
ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΑΝ. ΣΑΚΚΕΤΟΣ
loading...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου