Πολλές φορές έχουμε περάσει από εκεί, αλλά ποτέ δεν μας πέρασε το μυαλό ότι εκεί μπορεί να «κρύβεται» ένα ιερό του Υψίστου Θεού των Ελλήνων, του Διός!
Κοντά στον Εύζωνα, την υψηλότερη κορυφή του βουνού, βρέθηκε το ιερό του Υμηττίου Διός στο οποίο αναφέρεται ο Παυσανίας. Ο Παυσανίας αναφέρει βέβαια ότι στον Υμηττό υπήρχε επίσης προς τιμήν του Δία και δεύτερο ιερό αφιερωμένο στον Όμβριο Δία, τον γνωστό Ναό του Ομβρίου Διός και του Προοψίου Απόλλωνος που
βρίσκεται στα ανατολικά του Υμηττού στο Κορωπί.
Ο αρχαιολογικός χώρος είναι γύρω από ένα φυσικό βύθισμα περίπου 900 μέτρων από την κορυφή του βουνού και λίγο νοτιότερα από το πάρκο των μεγάλων κεραιών ραδιοτηλεοπτικών σταθμών που υπάρχει σήμερα στην περιοχή της κορυφής.
Η ορατότητα από μέσα στο βύθισμα είναι περιορισμένη αφού εμποδίζεται από τα απότομα τοιχώματά του. Έξω, αλλά μόνο προς τα δυτικά, έχει κανείς ανεμπόδιστη θέα όλου του αργοσαρωνικού και της βόρειας Πελοποννήσου ενώ αντίθετα προς τα ανατολικά η θέα περιορίζεται από το χαμηλό γειτονικό ύψωμα.
Οι πρώτες έρευνες στο χώρο διενεργήθηκαν από τον Carl Blegen το 1923 και 1924 και αργότερο, το 1939 και 1940, από τον ίδιο και τον Rodney Young. Ο πόλεμος διέκοψε τις τελευταίες αυτές έρευνες.
Ο χώρος ταυτοποιήθηκε ως ένα ιερό προς τιμήν του Διός με βάση τα όστρακα αγγείων που έφεραν αφιερώσεις στο Θεό. Μία μάλιστα ανέφερε το όνομα Σήμειος Δίας.
Έξω και ακριβώς δυτικά του βυθίσματος αποκαλύφθηκε η βάση ενός τετραγωνικού οικήματος με μήκος πλευράς 5,8 μ. Το πλάτος του βορείου και του ανατολικού τοίχου ήταν γύρω στα δύο μέτρα ενώ αυτό των δύο άλλων, σημαντικά λεπτότερων πλευρών στα 0,80 μ. Στη νοτιοδυτική γωνία βρέθηκαν δύο ή τρεις “πλάκες”. Μια χαλαρή στοίβα από πέτρες, δίπλα στον ανατολικό τοίχο του οικήματος, θεωρήθηκαν τα υπολείμματα βωμού προς τιμήν του Διός.
Μακρύτερα στα βόρεια, ανακαλύφθηκαν δύο παράλληλα θεμέλια μιας τρίτης πέτρινης δομής. Η απόσταση των δύο θεμελίων ήταν 2 μέτρα ενώ το μήκος τους 5 μέτρα. Το κτήριο αυτό ήταν μάλλον βωμός προς τιμή του Ηρακλέους όπως άλλωστε δηλώνουν ένα όστρακο και μια πέτρινη επιγραφή που βρέθηκαν μέσα σε αυτό.
Μέσα στο βύθισμα βρέθηκαν τα θεμέλια μιας άλλης κυκλικής δομής, διαμέτρου περίπου 2,8μ. Ο Merle Langdon 1976 υποστήριξε ότι το κτήριο ήταν αποθέτης αναθημάτων ενώ άλλοι θεωρούν ότι η κατασκευή ήταν ομοίωμα σιτηραποθήκης που συμβόλιζε επιτυχημένες σοδειές με τη βοήθεια των βροχών του Δία.
Στο σχέδιο αποτυπώνονται τα τρία κτήρια.
Πήλινα αγγεία από την πρωτογεωμετρική περίοδο (1.050 -900 πΧ.) μέχρι τον 6o αιώνα ήταν διασκορπισμένα σε όλο το χώρο αλλά σε μεγαλύτερους αριθμούς στο βύθισμα, πλησίον του τρίτου κτηρίου, και κοντά στο πρώτο. Σωροί τέφρας και κοκκάλων βρέθηκαν μεταξύ των αγγείων όμως κανένα αγγείο δεν εμφάνιζε ενδείξεις καύσης. Τα πήλινα αντικείμενα μέσα στο βύθισμα δεν ήταν στρωματοποιημένα. Όλα οδήγησαν, όπως είπαμε παραπάνω, τον Merle Langdon στο συμπέρασμα ότι το βύθισμα χρησιμοποιήθηκε ως πρόχειρη αποθήκη στο οποίο τοποθετούσαν αναθήματα που συνδέονταν ενέργειες στα άλλα κτήρια.
Όμως ο χρόνος ανέγερσης των κτηρίων δεν μπορεί να προσδιορισθεί επακριβώς. Ίσως να κτίστηκαν τον 8ο ή 7ο αιώνα π.Χ. για να εξυπηρετήσουν τον μεγάλο αριθμό των επισκεπτών της περιόδου, όπως φαίνεται από τον μεγάλο αριθμό των οστράκων.
Πράγματι αν συνδέσει κανείς την “κίνηση” στο ιερό με τα όστρακα της αντίστοιχης περιόδου τότε το ιερό ζει την ακμή του στην πρώιμη γεωμετρική περίοδο.
Ειδικότερα ανευρέθηκαν 69 όστρακα της όψιμης πρωτογεωμετρικής, 589 της πρώιμης γεωμετρικής έως τον 7ο αι, 109 τον 6ο αι. και πολύ μικρός αριθμός τον 5ο – 4ο αι. Από τη ρωμαϊκή εποχή βρέθηκε ένας σημαντικός αριθμός λυχνιών.
Ο Παυσανίας αναφέρεται και σε ένα άγαλμα του Δία στον Υμηττό. Μάλλον πρόκειται για άγαλμα που τοποθετήθηκε στο χώρο για να δηλώνει το ιερό σε μια επόμενη περίοδο όταν ο βωμός είχε πάψει να χρησιμοποιείται συχνά. Η βάση του αγάλματος βρέθηκε μέσα στο κοίλωμα. Οι πρώτοι ανασκαφείς την έθαψαν μέσα στο κοίλο αλλά οι επόμενοι ανασκαφείς δεν την βρήκαν.
Ο Μerle Langdon πιστεύει ότι το ιερό είναι αφιερωμένο στον Όμβριο Δια αμφισβητώντας τα ταυτοποίηση του Κοτζιά με ιερό στο λόφο του Προφήτη Ηλία. Κύρια ένδειξη κατά την άποψή της είναι το γεγονός ότι όλα τα όστρακα που βρέθηκαν σε αυτό προέρχονται από αντικείμενα που συνδέονται με τη βροχή. Βρέθηκε βέβαια επίσης και ένα όστρακο με το όνομα Σήμειος Δίας.
Ο S. D. Lambert αναλύει μια επιγραφή σε μαρμάρινη στήλη του αρχαίου δήμου της Ερχιάς – στα σημερινά Σπάτα – στην οποία περιλαμβάνει το ημερολόγιο των μηνιαίων θυσιών των κατοίκων της πόλης. Από το ημερολόγιο προκύπτει ότι οι Ερχιείς πραγματοποιούσαν στην κορυφή του Υμηττού το μήνα Θαργηλίονα (Θαργηλίων, 11ος μήνας, 16 Μαΐου – 15 Ιουνίου) θυσίες προς τιμή του Επάκριου Δία. Πιθανώς οι θυσίες να γίνονταν στο βωμό που αναφέρθηκε παραπάνω.
Η μελέτη των ευρημάτων του ιερού απαντά στο σημαντικό ερώτημα σχετικά με το χρόνο εισαγωγής της γραφής με αλφάβητο στην Αττική. Όπως λέχθηκε προηγουμένως οι έγγραφες αφιερώσεις προς τον θεό ήταν πάνω σε όστρακα από κύπελλα συγκεκριμένου τύπου και ειδικότερα κύπελλα μιας λαβής Φαληρικής μορφής και σε σκύφους βαθείς σε σχέση με τη διάμετρο τους. Τα αντικείμενα αυτά αποδεδειγμένα κατασκευάζονταν στην Αττική στο τέλος του 8ου αιώνα και αρχές του 7ου αι. π.Χ. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι η γραφή με αλφάβητο άρχισε στην Αττική την περίοδο αυτή.
Στις νεότερες περιόδους και για πολλά χρόνια το κοίλωμα χρησιμοποιήθηκε ως στάνη. Τα θεμέλια των δύο κτηρίων, εκτός του βυθίσματος, καταστράφηκαν κατά την κατασκευή της ασφάλτου που οδηγεί στη βάση της αεροπορίας στην κορυφή του Εύζωνα. Ομοίως η κατασκευή μέσα στο βύθισμα εξαφανίστηκε κάτω από σωρούς από πέτρες.
-->
Κοντά στον Εύζωνα, την υψηλότερη κορυφή του βουνού, βρέθηκε το ιερό του Υμηττίου Διός στο οποίο αναφέρεται ο Παυσανίας. Ο Παυσανίας αναφέρει βέβαια ότι στον Υμηττό υπήρχε επίσης προς τιμήν του Δία και δεύτερο ιερό αφιερωμένο στον Όμβριο Δία, τον γνωστό Ναό του Ομβρίου Διός και του Προοψίου Απόλλωνος που
βρίσκεται στα ανατολικά του Υμηττού στο Κορωπί.
Ο αρχαιολογικός χώρος είναι γύρω από ένα φυσικό βύθισμα περίπου 900 μέτρων από την κορυφή του βουνού και λίγο νοτιότερα από το πάρκο των μεγάλων κεραιών ραδιοτηλεοπτικών σταθμών που υπάρχει σήμερα στην περιοχή της κορυφής.
Η ορατότητα από μέσα στο βύθισμα είναι περιορισμένη αφού εμποδίζεται από τα απότομα τοιχώματά του. Έξω, αλλά μόνο προς τα δυτικά, έχει κανείς ανεμπόδιστη θέα όλου του αργοσαρωνικού και της βόρειας Πελοποννήσου ενώ αντίθετα προς τα ανατολικά η θέα περιορίζεται από το χαμηλό γειτονικό ύψωμα.
Οι πρώτες έρευνες στο χώρο διενεργήθηκαν από τον Carl Blegen το 1923 και 1924 και αργότερο, το 1939 και 1940, από τον ίδιο και τον Rodney Young. Ο πόλεμος διέκοψε τις τελευταίες αυτές έρευνες.
Ο χώρος ταυτοποιήθηκε ως ένα ιερό προς τιμήν του Διός με βάση τα όστρακα αγγείων που έφεραν αφιερώσεις στο Θεό. Μία μάλιστα ανέφερε το όνομα Σήμειος Δίας.
Έξω και ακριβώς δυτικά του βυθίσματος αποκαλύφθηκε η βάση ενός τετραγωνικού οικήματος με μήκος πλευράς 5,8 μ. Το πλάτος του βορείου και του ανατολικού τοίχου ήταν γύρω στα δύο μέτρα ενώ αυτό των δύο άλλων, σημαντικά λεπτότερων πλευρών στα 0,80 μ. Στη νοτιοδυτική γωνία βρέθηκαν δύο ή τρεις “πλάκες”. Μια χαλαρή στοίβα από πέτρες, δίπλα στον ανατολικό τοίχο του οικήματος, θεωρήθηκαν τα υπολείμματα βωμού προς τιμήν του Διός.
Μακρύτερα στα βόρεια, ανακαλύφθηκαν δύο παράλληλα θεμέλια μιας τρίτης πέτρινης δομής. Η απόσταση των δύο θεμελίων ήταν 2 μέτρα ενώ το μήκος τους 5 μέτρα. Το κτήριο αυτό ήταν μάλλον βωμός προς τιμή του Ηρακλέους όπως άλλωστε δηλώνουν ένα όστρακο και μια πέτρινη επιγραφή που βρέθηκαν μέσα σε αυτό.
Μέσα στο βύθισμα βρέθηκαν τα θεμέλια μιας άλλης κυκλικής δομής, διαμέτρου περίπου 2,8μ. Ο Merle Langdon 1976 υποστήριξε ότι το κτήριο ήταν αποθέτης αναθημάτων ενώ άλλοι θεωρούν ότι η κατασκευή ήταν ομοίωμα σιτηραποθήκης που συμβόλιζε επιτυχημένες σοδειές με τη βοήθεια των βροχών του Δία.
Στο σχέδιο αποτυπώνονται τα τρία κτήρια.
Πήλινα αγγεία από την πρωτογεωμετρική περίοδο (1.050 -900 πΧ.) μέχρι τον 6o αιώνα ήταν διασκορπισμένα σε όλο το χώρο αλλά σε μεγαλύτερους αριθμούς στο βύθισμα, πλησίον του τρίτου κτηρίου, και κοντά στο πρώτο. Σωροί τέφρας και κοκκάλων βρέθηκαν μεταξύ των αγγείων όμως κανένα αγγείο δεν εμφάνιζε ενδείξεις καύσης. Τα πήλινα αντικείμενα μέσα στο βύθισμα δεν ήταν στρωματοποιημένα. Όλα οδήγησαν, όπως είπαμε παραπάνω, τον Merle Langdon στο συμπέρασμα ότι το βύθισμα χρησιμοποιήθηκε ως πρόχειρη αποθήκη στο οποίο τοποθετούσαν αναθήματα που συνδέονταν ενέργειες στα άλλα κτήρια.
Όμως ο χρόνος ανέγερσης των κτηρίων δεν μπορεί να προσδιορισθεί επακριβώς. Ίσως να κτίστηκαν τον 8ο ή 7ο αιώνα π.Χ. για να εξυπηρετήσουν τον μεγάλο αριθμό των επισκεπτών της περιόδου, όπως φαίνεται από τον μεγάλο αριθμό των οστράκων.
Πράγματι αν συνδέσει κανείς την “κίνηση” στο ιερό με τα όστρακα της αντίστοιχης περιόδου τότε το ιερό ζει την ακμή του στην πρώιμη γεωμετρική περίοδο.
Ειδικότερα ανευρέθηκαν 69 όστρακα της όψιμης πρωτογεωμετρικής, 589 της πρώιμης γεωμετρικής έως τον 7ο αι, 109 τον 6ο αι. και πολύ μικρός αριθμός τον 5ο – 4ο αι. Από τη ρωμαϊκή εποχή βρέθηκε ένας σημαντικός αριθμός λυχνιών.
Ο Παυσανίας αναφέρεται και σε ένα άγαλμα του Δία στον Υμηττό. Μάλλον πρόκειται για άγαλμα που τοποθετήθηκε στο χώρο για να δηλώνει το ιερό σε μια επόμενη περίοδο όταν ο βωμός είχε πάψει να χρησιμοποιείται συχνά. Η βάση του αγάλματος βρέθηκε μέσα στο κοίλωμα. Οι πρώτοι ανασκαφείς την έθαψαν μέσα στο κοίλο αλλά οι επόμενοι ανασκαφείς δεν την βρήκαν.
Ο Μerle Langdon πιστεύει ότι το ιερό είναι αφιερωμένο στον Όμβριο Δια αμφισβητώντας τα ταυτοποίηση του Κοτζιά με ιερό στο λόφο του Προφήτη Ηλία. Κύρια ένδειξη κατά την άποψή της είναι το γεγονός ότι όλα τα όστρακα που βρέθηκαν σε αυτό προέρχονται από αντικείμενα που συνδέονται με τη βροχή. Βρέθηκε βέβαια επίσης και ένα όστρακο με το όνομα Σήμειος Δίας.
Ο S. D. Lambert αναλύει μια επιγραφή σε μαρμάρινη στήλη του αρχαίου δήμου της Ερχιάς – στα σημερινά Σπάτα – στην οποία περιλαμβάνει το ημερολόγιο των μηνιαίων θυσιών των κατοίκων της πόλης. Από το ημερολόγιο προκύπτει ότι οι Ερχιείς πραγματοποιούσαν στην κορυφή του Υμηττού το μήνα Θαργηλίονα (Θαργηλίων, 11ος μήνας, 16 Μαΐου – 15 Ιουνίου) θυσίες προς τιμή του Επάκριου Δία. Πιθανώς οι θυσίες να γίνονταν στο βωμό που αναφέρθηκε παραπάνω.
Η μελέτη των ευρημάτων του ιερού απαντά στο σημαντικό ερώτημα σχετικά με το χρόνο εισαγωγής της γραφής με αλφάβητο στην Αττική. Όπως λέχθηκε προηγουμένως οι έγγραφες αφιερώσεις προς τον θεό ήταν πάνω σε όστρακα από κύπελλα συγκεκριμένου τύπου και ειδικότερα κύπελλα μιας λαβής Φαληρικής μορφής και σε σκύφους βαθείς σε σχέση με τη διάμετρο τους. Τα αντικείμενα αυτά αποδεδειγμένα κατασκευάζονταν στην Αττική στο τέλος του 8ου αιώνα και αρχές του 7ου αι. π.Χ. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι η γραφή με αλφάβητο άρχισε στην Αττική την περίοδο αυτή.
Στις νεότερες περιόδους και για πολλά χρόνια το κοίλωμα χρησιμοποιήθηκε ως στάνη. Τα θεμέλια των δύο κτηρίων, εκτός του βυθίσματος, καταστράφηκαν κατά την κατασκευή της ασφάλτου που οδηγεί στη βάση της αεροπορίας στην κορυφή του Εύζωνα. Ομοίως η κατασκευή μέσα στο βύθισμα εξαφανίστηκε κάτω από σωρούς από πέτρες.
Θα λέγαμε ότι η αδιαφορία του κράτους, πάνω απ’όλα, αλλά και του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ), θα μας έκανε εντύπωση, αλλά όχι δεν μας κάνει. Αντιθέτως μας έχει συνηθίσει σε τέτοιες συμπεριφορές. Δυστυχώς ότι δεν έχει τουριστικό ενδιαφέρον καταδικάζεται στην λήθη και στην εγκατάλειψη.
ΠΗΓΗ Ηλίας Σιατούνης, crashonline.gr
Από το kastamonitis
loading...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου