Με τις διαπραγματεύσεις ανάμεσα σε κυβέρνηση και δανειστές να βρίσκονται στον αέρα, η έναρξη αυτή της νέας χρονιάς φαίνεται ιδιαίτερα κρίσιμη για την συνολική πορεία των πολιτικών πραγμάτων.
Είναι πλέον πολύ πιθανό, να κριθούν όλα μέσα στον Ιανουάριο, καθώς η κυβέρνηση έχει θέσει στόχο να κλείσει η αξιολόγηση στο Eurogroup, που είναι προγραμματισμένο για
τις 26 του μήνα.
Νωρίτερα θα υπάρξουν κι άλλες ημερομηνίες – σταθμοί.
Πρώτη και ιδιαίτερα σημαντική η 12η Ιανουαρίου, όταν και είναι προγραμματισμένη η συνεδρίαση του EuroWorkingGroup το οποίο θα αποφασίσει εάν θα ξεπαγώσουν τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους, μετά την απολογητική επιστολή Τσακαλώτου για τις έκτακτες παροχές της κυβέρνησης στους συνταξιούχους. Η πρώτη αντίδραση των Βρυξελλών στην επιστολή ήταν μάλλον θετική, ωστόσο απομένει να τοποθετηθεί και η πλευρά Σόιμπλε στο θέμα, καθώς είναι εκείνη που ανακίνησε την υπόθεση. Η κυβέρνηση δεν έχει περιθώριο άλλης καθυστέρησης στο συγκεκριμένο μέτωπο, καθώς είναι προφανές ότι τυχόν εμπλοκή στις 12 Ιανουαρίου θα σημαίνει ότι εισερχόμαστε σε νέα φάση κρίσης με τους δανειστές, με άγνωστο ορίζοντα ολοκλήρωσης της διαπραγμάτευσης.
Δύο μέρες μετά το ΔΝΤ στις 14 Ιανουαρίου θα δημοσιοποιήσει την έκθεσή του για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Ανάλογα με το τι θα περιλαμβάνει αυτή η έκθεση ως προς την πορεία της ελληνικής οικονομίας, θα φανεί και εάν το Ταμείο θέλει να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα και με ποιους όρους. Στην περίπτωση που επαναληφθούν στην έκθεση οι γνωστές θέσεις του Πολ Τόμσεν περί της ανάγκης νέων συγκεκριμένων μέτρων για τη διετία 2019-2020, τότε το εγχείρημα εξεύρεσης μίας συμβιβαστικής λύσης θα απομακρυνθεί ακόμη περισσότερο. Ως προς το ρόλο του ΔΝΤ σημαντική ημερομηνία είναι και η 20ή Ιανουαρίου, όταν ο Ντόναλντ Τραμπ θα εγκατασταθεί και επίσημα στον Λευκό Οίκο και μία από τις πρώτες κινήσεις του θα είναι να αποφασίσει εάν το Ταμείο πρέπει να δραστηριοποιείται στην Ευρωζώνη.
Σε κάθε περίπτωση πάντως και εφόσον δεν διαχωριστεί αυτή καθαυτή β’ αξιολόγηση (για την οποία απομένουν μόνο μερικές, έστω και δύσκολες, εκκρεμότητες) από το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα για την περίοδο μετά το 2018, είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπάρξει συμφωνία έως τις 26 Ιανουαρίου, με τα χρονικά περιθώρια να σφίγγουν απελπιστικά ως προς την επιδίωξη της ελληνικής κυβέρνησης να ενταχθεί η χώρα στο πρόγραμμα της ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ μέχρι τον Μάρτιο.
Σε αυτή την περίπτωση και ειδικά εάν ο άξονας Βερολίνο – ΔΝΤ επιμένουν στη λήψη μέτρων λιτότητας και για τη διετία 2019-2020, η κυβέρνηση θα βρεθεί προ του διλήμματος να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις, δίδοντας μίας αμφίβολου αποτελέσματος και υψηλού ρίσκου παράταση στις συζητήσεις, ή να προχωρήσει σε εκλογές.
Η κυρίαρχη τάση αυτή την ώρα στο Μαξίμου, πίσω από το πέπλο της τεχνητής αισιοδοξίας που καλλιεργούν τα κυβερνητικά στελέχη, είναι να κερδηθεί κι άλλος χρόνος, με την ελπίδα ότι τελικά θα επικρατήσει στους κόλπους των δανειστών η άποψη ότι πρέπει να δώσουν μία συμβιβαστική λύση στην Αθήνα, ώστε να μην αναζωπυρωθεί και πάλι η ελληνική κρίση. Ωστόσο και επειδή το κλειδί των αποφάσεων το κρατά το Βερολίνο και κανείς δεν γνωρίζει τις πραγματικές προθέσεις ή τις ισορροπίες στο δίδυμο Μέρκελ – Σόιμπλε, η κυβέρνηση δείχνει να προετοιμάζεται και για το δεύτερο, αυτό των πολιτικών εξελίξεων δηλαδή με προσφυγή σε πρόωρες εκλογές.
Κυβερνητικά στελέχη επιμένουν πάντως να εκφράζουν αισιοδοξία για την ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης.
-->
Είναι πλέον πολύ πιθανό, να κριθούν όλα μέσα στον Ιανουάριο, καθώς η κυβέρνηση έχει θέσει στόχο να κλείσει η αξιολόγηση στο Eurogroup, που είναι προγραμματισμένο για
τις 26 του μήνα.
Νωρίτερα θα υπάρξουν κι άλλες ημερομηνίες – σταθμοί.
Πρώτη και ιδιαίτερα σημαντική η 12η Ιανουαρίου, όταν και είναι προγραμματισμένη η συνεδρίαση του EuroWorkingGroup το οποίο θα αποφασίσει εάν θα ξεπαγώσουν τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους, μετά την απολογητική επιστολή Τσακαλώτου για τις έκτακτες παροχές της κυβέρνησης στους συνταξιούχους. Η πρώτη αντίδραση των Βρυξελλών στην επιστολή ήταν μάλλον θετική, ωστόσο απομένει να τοποθετηθεί και η πλευρά Σόιμπλε στο θέμα, καθώς είναι εκείνη που ανακίνησε την υπόθεση. Η κυβέρνηση δεν έχει περιθώριο άλλης καθυστέρησης στο συγκεκριμένο μέτωπο, καθώς είναι προφανές ότι τυχόν εμπλοκή στις 12 Ιανουαρίου θα σημαίνει ότι εισερχόμαστε σε νέα φάση κρίσης με τους δανειστές, με άγνωστο ορίζοντα ολοκλήρωσης της διαπραγμάτευσης.
Δύο μέρες μετά το ΔΝΤ στις 14 Ιανουαρίου θα δημοσιοποιήσει την έκθεσή του για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Ανάλογα με το τι θα περιλαμβάνει αυτή η έκθεση ως προς την πορεία της ελληνικής οικονομίας, θα φανεί και εάν το Ταμείο θέλει να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα και με ποιους όρους. Στην περίπτωση που επαναληφθούν στην έκθεση οι γνωστές θέσεις του Πολ Τόμσεν περί της ανάγκης νέων συγκεκριμένων μέτρων για τη διετία 2019-2020, τότε το εγχείρημα εξεύρεσης μίας συμβιβαστικής λύσης θα απομακρυνθεί ακόμη περισσότερο. Ως προς το ρόλο του ΔΝΤ σημαντική ημερομηνία είναι και η 20ή Ιανουαρίου, όταν ο Ντόναλντ Τραμπ θα εγκατασταθεί και επίσημα στον Λευκό Οίκο και μία από τις πρώτες κινήσεις του θα είναι να αποφασίσει εάν το Ταμείο πρέπει να δραστηριοποιείται στην Ευρωζώνη.
Σε κάθε περίπτωση πάντως και εφόσον δεν διαχωριστεί αυτή καθαυτή β’ αξιολόγηση (για την οποία απομένουν μόνο μερικές, έστω και δύσκολες, εκκρεμότητες) από το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα για την περίοδο μετά το 2018, είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπάρξει συμφωνία έως τις 26 Ιανουαρίου, με τα χρονικά περιθώρια να σφίγγουν απελπιστικά ως προς την επιδίωξη της ελληνικής κυβέρνησης να ενταχθεί η χώρα στο πρόγραμμα της ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ μέχρι τον Μάρτιο.
Σε αυτή την περίπτωση και ειδικά εάν ο άξονας Βερολίνο – ΔΝΤ επιμένουν στη λήψη μέτρων λιτότητας και για τη διετία 2019-2020, η κυβέρνηση θα βρεθεί προ του διλήμματος να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις, δίδοντας μίας αμφίβολου αποτελέσματος και υψηλού ρίσκου παράταση στις συζητήσεις, ή να προχωρήσει σε εκλογές.
Η κυρίαρχη τάση αυτή την ώρα στο Μαξίμου, πίσω από το πέπλο της τεχνητής αισιοδοξίας που καλλιεργούν τα κυβερνητικά στελέχη, είναι να κερδηθεί κι άλλος χρόνος, με την ελπίδα ότι τελικά θα επικρατήσει στους κόλπους των δανειστών η άποψη ότι πρέπει να δώσουν μία συμβιβαστική λύση στην Αθήνα, ώστε να μην αναζωπυρωθεί και πάλι η ελληνική κρίση. Ωστόσο και επειδή το κλειδί των αποφάσεων το κρατά το Βερολίνο και κανείς δεν γνωρίζει τις πραγματικές προθέσεις ή τις ισορροπίες στο δίδυμο Μέρκελ – Σόιμπλε, η κυβέρνηση δείχνει να προετοιμάζεται και για το δεύτερο, αυτό των πολιτικών εξελίξεων δηλαδή με προσφυγή σε πρόωρες εκλογές.
Κυβερνητικά στελέχη επιμένουν πάντως να εκφράζουν αισιοδοξία για την ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης.
Ο υπουργός Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης εκτιμά ότι οι εκκρεμότητες μπορεί να κλείσουν τις επόμενες εβδομάδες, τονίζοντας μάλιστα πως «έχει ήδη επέλθει συμφωνία» κατ” ουσίαν, με όλες τις πλευρές να συγκλίνουν στην ανάγκη λύσης μέσα στον Ιανουάριο.
Από το makeleio
loading...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου