Τι συμβαίνει και όχι μόνον μέσα στα πλατωνικά εδάφια, όπως ο Μύθος του Σπηλαίου, αλλά και στην Αγία Γραφή, όπως το Σπήλαιον της Βηθλεέμ, θεωρούνται τόποι όπου πηγάζουν οι μεγαλύτερες φιλοσοφικές και θρησκευτικές θεωρίες;
ΕΙΝΑΙ ΓΕΓΟΝΟΣ ότι, όπως διαβάζουμε και μέσα στην Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδος του Πανεπιστημίου του Καίμπριτζ, το πιο φημισμένο ίσως χωρίο σε όλα τα κείμενα του Πλάτωνα απαντάται στην «Πολιτεία» και είναι γνωστό ως ο «Μύθος του Σπηλαίου». Σε αυτό ο Πλάτων εκφράζει αλληγορικά την άποψή του για την ανθρώπινη κατάσταση, και ιδιαίτερα για την ανθρώπινη γνώση, σε σχέση με την όλη πραγματικότητα.
Φαντάσου, αναφέρει ο Πλάτων, μία μεγάλη σπηλιά που συνδέεται με τον έξω κόσμο με ένα άνοιγμα, το οποίο βρίσκεται τόσο μακριά, ώστε το φως του ήλιου δεν φθάνει στο εσωτερικό της. Στη σπηλιά υπάρχουν δεσμώτες, που αντικρίζουν το βάθος της σπηλιάς και έχουν τα νώτα τους στραμμένα προς την είσοδό της. Όχι μόνο είναι αλυσοδεμένοι στα άκρα, αλλά και είναι δεμένοι από τον αυχένα, ώστε να μην μπορούν να στρέφουν γύρω το κεφάλι τους, οπότε δεν μπορούν να δουν ο ένας τον άλλον, αλλά ούτε καν τον ίδιο τον εαυτό τους. Το μόνο που βλέπουν είναι το τοίχωμα της σπηλιάς μπροστά τους. Σε αυτή την κατάσταση βρίσκονται όλη τους τη ζωή και δεν γνωρίζουν τίποτε άλλο. Πίσω τους καίει μία φωτιά. Χωρίς να το ξέρουν εκείνοι, υπάρχει κι ένα τειχάκι στο ύψος του ανθρώπου, ανάμεσα στη φωτιά και σε αυτούς πίσω από αυτό το τειχάκι πηγαινοέρχονται αδιάκοπα κάποιοι άνθρωποι κουβαλώντας πράγματα στο κεφάλι τους. Το φως της φωτιάς ρίχνει σκιές από αυτά τα πράγματα στο τοίχωμα μπροστά από τους δεσμώτες, ενώ οι φωνές των ανθρώπων που τα κουβαλούν αντιλαλούν στα τοιχώματα της σπηλιάς και φθάνουν στα αυτιά των δεσμωτών. Tα μόνα όντα, λέει ο Πλάτων, που αυτοί οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ή βλέπουν ποτέ σε όλη τη ζωή τους είναι αυτές οι σκιές και αυτοί οι αντίλαλοι.
Υπό αυτές τις συνθήκες, φυσιολογικό θα ήταν για εκείνους να υποθέτουν ότι οι σκιές και οι αντίλαλοι αποτελούν όλη την πραγματικότητα που υπάρχει σε αυτή την «πραγματικότητα», καθώς και σε ό,τι αντιλαμβάνονται ή αισθάνονται εκείνοι από αυτή, θα αναφέρονται όλα τους τα λόγια.
Αν κάποιος από τους δεσμώτες λυνόταν από τις αλυσίδες, θα ήταν τόσο πιασμένος, από μία ολόκληρη ζωή που πέρασε κλεισμένος στο μισοσκόταδο, ώστε και το να στραφεί απλώς ολόγυρα θα του ήταν οδυνηρό και δύσκολο, ενώ η φωτιά θα του θάμπωνε τα μάτια. Θα τα έχανε και θα έβρισκε τα πάντα ακατανόητα, οπότε θα ήθελε να ξαναγυρίσει και να βλέπει το τοίχωμα με τις σκιές, τη μόνη πραγματικότητα που καταλαβαίνει.
Αν τον τραβούσαν ολότελα έξω από τη σπηλιά, στο λαμπρό φως του ήλιου, θα τυφλωνόταν και θα τα έχανε, ενώ θα περνούσε πολύς καιρός μέχρι να μπορέσει να δει ή να καταλάβει κάτι. Τότε, όμως, μόλις θα συνήθιζε να ζει στον επάνω κόσμο, αν ήταν να επιστρέψει στη σπηλιά, και πάλι θα έχανε πρόσκαιρα το φως του, αυτή τη φορά εξαιτίας του μισοσκόταδου. Και ό,τι κι αν θα έλεγε αυτός στους άλλους δεσμώτες για όσα είδε κι άκουσε, θα ήταν ακατανόητο σε εκείνους τους ανθρώπους, που μόνο για σκιές και για αντίλαλους ήταν συνηθισμένοι να μιλάνε. Για να αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε αυτή την αλληγορία, πρέπει να δούμε τους εαυτούς μας ως δεσμώτες μέσα στο ίδιο μας το σώμα, που μόνο με άλλους δεσμώτες κάνουμε συντροφιά. Είμαστε όλοι μας ανήμποροι να δούμε τον πραγματικό κόσμο, αλλά και τον πραγματικό άνθρωπο στον οποίο μιλάμε, ή τον ίδιο μας τον εαυτό όπως είναι πραγματικά. Αυτό που άμεσα βλέπουμε κι ακούμε δεν είναι η ίδια πραγματικότητα, αλλά ό,τι έχουμε συνηθίσει να σκεφτόμαστε γι' αυτήν!..
Επειδή το θέμα, όμως, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, ας μας επιτραπεί να επανέλθουμε.
Με σεβασμό και τιμή
ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΑΝ. ΣΑΚΚΕΤΟΣ
-->
ΕΙΝΑΙ ΓΕΓΟΝΟΣ ότι, όπως διαβάζουμε και μέσα στην Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδος του Πανεπιστημίου του Καίμπριτζ, το πιο φημισμένο ίσως χωρίο σε όλα τα κείμενα του Πλάτωνα απαντάται στην «Πολιτεία» και είναι γνωστό ως ο «Μύθος του Σπηλαίου». Σε αυτό ο Πλάτων εκφράζει αλληγορικά την άποψή του για την ανθρώπινη κατάσταση, και ιδιαίτερα για την ανθρώπινη γνώση, σε σχέση με την όλη πραγματικότητα.
Φαντάσου, αναφέρει ο Πλάτων, μία μεγάλη σπηλιά που συνδέεται με τον έξω κόσμο με ένα άνοιγμα, το οποίο βρίσκεται τόσο μακριά, ώστε το φως του ήλιου δεν φθάνει στο εσωτερικό της. Στη σπηλιά υπάρχουν δεσμώτες, που αντικρίζουν το βάθος της σπηλιάς και έχουν τα νώτα τους στραμμένα προς την είσοδό της. Όχι μόνο είναι αλυσοδεμένοι στα άκρα, αλλά και είναι δεμένοι από τον αυχένα, ώστε να μην μπορούν να στρέφουν γύρω το κεφάλι τους, οπότε δεν μπορούν να δουν ο ένας τον άλλον, αλλά ούτε καν τον ίδιο τον εαυτό τους. Το μόνο που βλέπουν είναι το τοίχωμα της σπηλιάς μπροστά τους. Σε αυτή την κατάσταση βρίσκονται όλη τους τη ζωή και δεν γνωρίζουν τίποτε άλλο. Πίσω τους καίει μία φωτιά. Χωρίς να το ξέρουν εκείνοι, υπάρχει κι ένα τειχάκι στο ύψος του ανθρώπου, ανάμεσα στη φωτιά και σε αυτούς πίσω από αυτό το τειχάκι πηγαινοέρχονται αδιάκοπα κάποιοι άνθρωποι κουβαλώντας πράγματα στο κεφάλι τους. Το φως της φωτιάς ρίχνει σκιές από αυτά τα πράγματα στο τοίχωμα μπροστά από τους δεσμώτες, ενώ οι φωνές των ανθρώπων που τα κουβαλούν αντιλαλούν στα τοιχώματα της σπηλιάς και φθάνουν στα αυτιά των δεσμωτών. Tα μόνα όντα, λέει ο Πλάτων, που αυτοί οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ή βλέπουν ποτέ σε όλη τη ζωή τους είναι αυτές οι σκιές και αυτοί οι αντίλαλοι.
Υπό αυτές τις συνθήκες, φυσιολογικό θα ήταν για εκείνους να υποθέτουν ότι οι σκιές και οι αντίλαλοι αποτελούν όλη την πραγματικότητα που υπάρχει σε αυτή την «πραγματικότητα», καθώς και σε ό,τι αντιλαμβάνονται ή αισθάνονται εκείνοι από αυτή, θα αναφέρονται όλα τους τα λόγια.
Αν κάποιος από τους δεσμώτες λυνόταν από τις αλυσίδες, θα ήταν τόσο πιασμένος, από μία ολόκληρη ζωή που πέρασε κλεισμένος στο μισοσκόταδο, ώστε και το να στραφεί απλώς ολόγυρα θα του ήταν οδυνηρό και δύσκολο, ενώ η φωτιά θα του θάμπωνε τα μάτια. Θα τα έχανε και θα έβρισκε τα πάντα ακατανόητα, οπότε θα ήθελε να ξαναγυρίσει και να βλέπει το τοίχωμα με τις σκιές, τη μόνη πραγματικότητα που καταλαβαίνει.
Αν τον τραβούσαν ολότελα έξω από τη σπηλιά, στο λαμπρό φως του ήλιου, θα τυφλωνόταν και θα τα έχανε, ενώ θα περνούσε πολύς καιρός μέχρι να μπορέσει να δει ή να καταλάβει κάτι. Τότε, όμως, μόλις θα συνήθιζε να ζει στον επάνω κόσμο, αν ήταν να επιστρέψει στη σπηλιά, και πάλι θα έχανε πρόσκαιρα το φως του, αυτή τη φορά εξαιτίας του μισοσκόταδου. Και ό,τι κι αν θα έλεγε αυτός στους άλλους δεσμώτες για όσα είδε κι άκουσε, θα ήταν ακατανόητο σε εκείνους τους ανθρώπους, που μόνο για σκιές και για αντίλαλους ήταν συνηθισμένοι να μιλάνε. Για να αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε αυτή την αλληγορία, πρέπει να δούμε τους εαυτούς μας ως δεσμώτες μέσα στο ίδιο μας το σώμα, που μόνο με άλλους δεσμώτες κάνουμε συντροφιά. Είμαστε όλοι μας ανήμποροι να δούμε τον πραγματικό κόσμο, αλλά και τον πραγματικό άνθρωπο στον οποίο μιλάμε, ή τον ίδιο μας τον εαυτό όπως είναι πραγματικά. Αυτό που άμεσα βλέπουμε κι ακούμε δεν είναι η ίδια πραγματικότητα, αλλά ό,τι έχουμε συνηθίσει να σκεφτόμαστε γι' αυτήν!..
Επειδή το θέμα, όμως, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, ας μας επιτραπεί να επανέλθουμε.
Με σεβασμό και τιμή
ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΑΝ. ΣΑΚΚΕΤΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου