Πολλές δεκαετίες πίσω και στην γειτονιά οι εκδρομές ήταν συνήθεια...
Αρκεί να ξέφευγες για λίγες ώρες να άλλαζες εικόνες.
Συνήθως Κυριακή πρωϊ όταν η άνοιξη ήταν προχωρημένη και καιρού επιτρέποντος
γραμμή για το Πεδίο του Άρεως όπου τα λεωφορεία για Μεσόγεια.
Ένα ταβερνάκι ήταν η βάση και ήταν στην μέση
του πουθενά...
Μέσα σε πεύκα με αγνάντι την θάλασσα...
Καλοσυνάτοι ο ταβερνιάρης και η γυναίκα του και πώς να μην ήταν αφού δεχόντουσαν να απλώνουμε στα τραπέζια και τα δικά μας φαγητά.
Τα υπόλοιπα ρεφενέ....
Έφερνε πρώτα την μισή (οκά) ...την ρετσίνα δηλαδή και έβαζε λίγη στο ποτήρι
για να δοκιμάσει ο "χημικός" ο ειδικός δηλαδή που είχε διορίσει η γειτονιά
καθ΄ότι είχε ένσημα στο καρβουνιάρικο της γειτονιάς που πουλούσε και κρασί.
Έβαζε μια γουλιά στο στόμα πλατάγιαζε τα χείλια ενώ η ομήγυρη τον κοιτούσε
κρατώντας την ανάσα.
"Καλό είναι..."
Αυτό ήταν και στην συνέχεια τα πάντα έπαιρναν τον δρόμο τους....
Τα παιδιά στο παιχνίδι οι άντρες στο τάβλι ...στην δηλωτή...
Οι γυναίκες στην κουβέντα....στα όνειρα...
Και ποιά ήταν αυτά ;
To δικό τους κεραμίδι....να φύγουν από το νοίκι....
Αλήθεια αυτούς τους στεναγμούς ποτέ δεν ξέχασα.
"Βρε δικό μου να είναι και ας είναι στο βουνό..."
Κάποτε έβγαινε αυτό το όνειρο και βρισκότανε το "βουνό" όπως το ορεινό Γαλάτσι
και έβαζαν γραμμάτια και έπαιρναν το εκτός σχεδίου και έβαζαν όλοι ένα χέρι
και "έβαζαν" και το δωμάτιο.
Περνούσε η ώρα και ο κάπελας έδινε το σύνθημα και έφερνε τις μερίδες
αραία...αραία για να φαίνονται καμμιά πενηνταρέα με ...μπόλικα πιρούνια.
"Άσε τα σουτζουκάκια για τα παιδιά..."
Αυτό άκουγες από τους γηραλέους που τα κοιτούσαν μέσα στην σάλτσα τους και
τους έτρεχαν τα σάλια.
"Έλα πατέρα βούτα μια μπουκιά..."
Τα υπόλοιπα που ήταν από το σπίτι....
Φυσικά κεφτέδες από κατεψυγμένο κυμά προσιτό σε τιμή αλλά λόγω γνωριμίας
με τον χασάπη της γειτονιάς είχε μέσα λίπος από φρέσκο...προσφορά του καταστήματος.
Φρικασέ θυμάμαι με επίσης κατεψυγμένο Γκοτζίλα (αρνί) που απαιτούσε
δυνατές μασέλες κάτι απαγορευτικό για τους γηραλέους όχι λόγω χοληστερίνης
άγνωστη λέξη τότε αλλά λόγω μασέλας που ήταν πανάκριβη η άτιμη και πληρωμένη
με δόσεις.
Ο κάπελας έβαζε και το πικάπ και οι ζεϊμπεκιές αρχίζανε και τα διπλανά τραπέζια
τα έβλεπες να πλησιάζουν προς την παρέα μας και δώστου τα κεράσματα
για φτάσουμε στο κλου....
Η κόρη της σπιτονοικοκυράς μια πανέμορφη κοπέλα θα ανέβαινε στο τραπέζι
για να χορέψει τσιφτετέλι.
Κόντευε το σούρουπο....
"Άντε θα χάσουμε το λεωφορείο...."
Την επόμενη εβδομάδα στις συνάξεις στην γειτονιά θα σχολίαζαν τα της εκδρομής.
"Τα χρόνια που φεύγουν μας παίρνουν μακριά
δικούς μας ανθρώπους, εγγόνια παιδιά
το γήρας μας φέρνει στιγμές μοναξιάς
σε κάποιο διαμέρισμα μιας γειτονιάς.
-->
Αρκεί να ξέφευγες για λίγες ώρες να άλλαζες εικόνες.
Συνήθως Κυριακή πρωϊ όταν η άνοιξη ήταν προχωρημένη και καιρού επιτρέποντος
γραμμή για το Πεδίο του Άρεως όπου τα λεωφορεία για Μεσόγεια.
Ένα ταβερνάκι ήταν η βάση και ήταν στην μέση
του πουθενά...
Μέσα σε πεύκα με αγνάντι την θάλασσα...
Καλοσυνάτοι ο ταβερνιάρης και η γυναίκα του και πώς να μην ήταν αφού δεχόντουσαν να απλώνουμε στα τραπέζια και τα δικά μας φαγητά.
Τα υπόλοιπα ρεφενέ....
Έφερνε πρώτα την μισή (οκά) ...την ρετσίνα δηλαδή και έβαζε λίγη στο ποτήρι
για να δοκιμάσει ο "χημικός" ο ειδικός δηλαδή που είχε διορίσει η γειτονιά
καθ΄ότι είχε ένσημα στο καρβουνιάρικο της γειτονιάς που πουλούσε και κρασί.
Έβαζε μια γουλιά στο στόμα πλατάγιαζε τα χείλια ενώ η ομήγυρη τον κοιτούσε
κρατώντας την ανάσα.
"Καλό είναι..."
Αυτό ήταν και στην συνέχεια τα πάντα έπαιρναν τον δρόμο τους....
Τα παιδιά στο παιχνίδι οι άντρες στο τάβλι ...στην δηλωτή...
Οι γυναίκες στην κουβέντα....στα όνειρα...
Και ποιά ήταν αυτά ;
To δικό τους κεραμίδι....να φύγουν από το νοίκι....
Αλήθεια αυτούς τους στεναγμούς ποτέ δεν ξέχασα.
"Βρε δικό μου να είναι και ας είναι στο βουνό..."
Κάποτε έβγαινε αυτό το όνειρο και βρισκότανε το "βουνό" όπως το ορεινό Γαλάτσι
και έβαζαν γραμμάτια και έπαιρναν το εκτός σχεδίου και έβαζαν όλοι ένα χέρι
και "έβαζαν" και το δωμάτιο.
Περνούσε η ώρα και ο κάπελας έδινε το σύνθημα και έφερνε τις μερίδες
αραία...αραία για να φαίνονται καμμιά πενηνταρέα με ...μπόλικα πιρούνια.
"Άσε τα σουτζουκάκια για τα παιδιά..."
Αυτό άκουγες από τους γηραλέους που τα κοιτούσαν μέσα στην σάλτσα τους και
τους έτρεχαν τα σάλια.
"Έλα πατέρα βούτα μια μπουκιά..."
Τα υπόλοιπα που ήταν από το σπίτι....
Φυσικά κεφτέδες από κατεψυγμένο κυμά προσιτό σε τιμή αλλά λόγω γνωριμίας
με τον χασάπη της γειτονιάς είχε μέσα λίπος από φρέσκο...προσφορά του καταστήματος.
Φρικασέ θυμάμαι με επίσης κατεψυγμένο Γκοτζίλα (αρνί) που απαιτούσε
δυνατές μασέλες κάτι απαγορευτικό για τους γηραλέους όχι λόγω χοληστερίνης
άγνωστη λέξη τότε αλλά λόγω μασέλας που ήταν πανάκριβη η άτιμη και πληρωμένη
με δόσεις.
Ο κάπελας έβαζε και το πικάπ και οι ζεϊμπεκιές αρχίζανε και τα διπλανά τραπέζια
τα έβλεπες να πλησιάζουν προς την παρέα μας και δώστου τα κεράσματα
για φτάσουμε στο κλου....
Η κόρη της σπιτονοικοκυράς μια πανέμορφη κοπέλα θα ανέβαινε στο τραπέζι
για να χορέψει τσιφτετέλι.
Κόντευε το σούρουπο....
"Άντε θα χάσουμε το λεωφορείο...."
Την επόμενη εβδομάδα στις συνάξεις στην γειτονιά θα σχολίαζαν τα της εκδρομής.
"Τα χρόνια που φεύγουν μας παίρνουν μακριά
δικούς μας ανθρώπους, εγγόνια παιδιά
το γήρας μας φέρνει στιγμές μοναξιάς
σε κάποιο διαμέρισμα μιας γειτονιάς.
Υπάρχουν για μας όμως οι Κυριακές
που πούλμαν μας παίρνει για τις εκδρομές
στη Λούτσα, στην Πάχη και στο Δασκαλιό
στο τέλος, ζωή, είσ’ ακόμα σχολειό."
στίχοι Κώστας Άγας
Από το Πίσω στα παλιά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου