του Βασίλη Κοψαχείλη
Διεθνολόγου
Τα πράγματα δεν πάνε καθόλου καλά διεθνώς, και η ανησυχία αυξάνει καθώς φαίνεται ότι οι διεθνείς θεσμοί αδυνατούν πρακτικά να δώσουν λύσεις στα παγκόσμια προβλήματα, τα οποία γίνονται ολοένα και πιο σύνθετα.
Μετά τους δύο παγκοσμίους πολέμους, επιχειρήθηκε η ενσωμάτωση όλων των κρατών σε ένα θεσμικό πλαίσιο διεθνούς αλληλεξάρτησης με το σκεπτικό ότι η αλληλεξάρτηση μεταξύ των κρατών και η διεθνοποίηση της
επίλυσης των διαφορών θα μείωναν αισθητά τις παγκόσμιες συγκρούσεις. Και η υπόθεση αυτή δούλεψε στην πράξη καλά και αποτελεσματικά για πολλές δεκαετίες.
Έτσι φτιάχτηκαν θεσμοί και διεθνείς οργανισμοί ώστε ο καθένας να ασχολείται με συγκεκριμένες θεματικές ή γεωγραφικές ενότητες και οι διαφορές ή τα προβλήματα να λύνονται με τη διπλωματία και όχι με τα όπλα. Οι οικονομικές κρίσεις διευθετούνταν μέσα από διεθνείς οικονομικούς θεσμούς, οι στρατιωτικές μέσα από διεθνείς συμφωνίες, οι νομικές και διεθνοπολιτικές μέσα από την διπλωματία των διεθνών οργάνων και ούτω καθεξής. Κυρίως όμως οι διεθνείς επαφές και τα διεθνή θεσμικά όργανα προλάμβαναν τις κρίσεις ή την κλιμάκωση αυτών. Οι κρατικές φιλοδοξίες περιορίζονταν πλέον θεσμικά και σε διεθνές επίπεδο.
Το μοντέλο της θεσμικής διεθνούς αλληλεξάρτησης δούλεψε τόσο καλά που και μετά την κατάρρευση του διπολισμού το 1990, οδήγησε σε ένα πρωτοφανή πολλαπλασιασμό των διεθνών οργάνων για την διευθέτηση της νέας, πιο σύνθετης, μετα-ψυχροπολεμικής τάξης.
Την ίδια ώρα όμως που η νέα μετά-ψυχροπολεμική τάξη, με το «τέλος της ιστορίας» μέσα από τη διεθνή αλληλεξάρτηση και συνεργασία όλων των κρατών, μας διαβεβαίωνε ότι θα ζήσουμε εποχές ειρήνης και ευημερίας, άρχισαν πολλά φιλόδοξα κράτη να δοκιμάζουν τις δυνατότητές τους για περισσότερη ισχύ χρησιμοποιώντας αυτή τη φορά μέσα διαφορετικά από αυτά του πολέμου για να πετύχουν τις επιδιώξεις τους. Η οικονομία και οι αγορές ήταν το νέο αποσταθεροποιητικό «όπλο» του διεθνούς συστήματος. Στο όνομα της απελευθέρωσης των αγορών και της ευημερίας των κοινωνιών, κρατικά ομόλογα και χρηματοπιστωτικά παράγωγα υπονόμευσαν τη διεθνή σταθερότητα. Σε αυτά προστέθηκε η τεχνολογία, η οποία με τη σειρά της έφερε πλουραλισμό ευκαιριών και κινδύνων. Πίσω από όλα αυτά όμως δεν έπαψαν να δρουν κράτη. Κόντρα στο πνεύμα των διεθνών θεσμών και μέσα στο παραμυθένιο κλίμα ευφορίας της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, τα φιλόδοξα κράτη επέστρεψαν σιωπηρά στη λογική των εθνικών συμφερόντων, της μυστικής διπλωματίας, και προώθησαν κάτω από το τραπέζι κρυφές σχέσεις συμφερόντων ή εκατέρωθεν εκβιασμών. Η διεθνοπολιτική υποκρισία κάλυπτε αποτελεσματικά αυτό το κρυφό σκηνικό μέχρι και το 2008, όπου η οικονομική κρίση άνοιξε τον ασκό του Αιόλου και έδωσε βήμα στην κοινωνική απελπισία και στους υβριδικούς πολέμους. Οι υβριδικοί πόλεμοι είναι οι τίτλοι τέλους μιας πολύχρονης προσπάθειας διεθνούς θεσμικής οργάνωσης της παγκόσμιας κοινωνίας.
Το κακό όμως δεν σταματά εδώ. Μετά τους υβριδικούς πολέμους, θα πρέπει η παγκόσμια κοινότητα να αρχίσει να ετοιμάζεται για υβριδικές κοινωνικές αναταραχές και νέες πολύ πιο σύνθετες και καταστροφικές υβριδικές οικονομικές κρίσεις. Ο χαρακτηρισμός τους ως υβριδικών σχετίζεται με την φύση τους. Θα είναι σχεδόν ταυτόχρονα, χρηματοπιστωτικές, οικονομικές, παραγωγικές, πολιτικές, κοινωνικές, πολιτισμικές και κρίσεις πόρων, είτε μιλάμε για το νερό, τα τρόφιμα, το έδαφος ή το περιβάλλον.
Ήδη στη Δύση βιώνουμε μια βαθιά πολυδιάστατη κρίση, με κυριότερη και σημαντικότερη την κρίση ρευστότητας. Η κρίση ρευστότητας δεν σχετίζεται με την οικονομία, αλλά με την αναντιστοιχία μεταξύ του ρυθμού εμφάνισης των αλλαγών και των επιπτώσεων τους, σε σχέση με τον ρυθμό ομαλής ενσωμάτωσης αυτών των αλλαγών στο σώμα της κοινωνίας. Η ρευστότητα αυτή στερεί από την κοινωνία την δυνατότητα του ομαλού κοινωνικού βίου και του σχεδιασμού σε όλα τα επίπεδα. Η απορύθμιση που προκαλείται φέρνει ανασφάλεια με πολύπλευρες προεκτάσεις που μόνο με την περίοδο μετά την πτώση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας μπορεί να συγκριθεί.
Αντίστοιχα και άλλες περιοχές του πλανήτη ακολουθούν τον δρόμο της αποσταθεροποίησης. Στην πρόσφατη Σύνοδο του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας στη Λίμα του Περού επισημάνθηκε ως κίνδυνος πλέον η αισθητή μείωση του ρυθμού ανάπτυξης των BRICS. Η σταθερότητά τους βασίστηκε σε μια υπερδεκαετή ζήτηση και αύξηση των τιμών στα commodities, κάτι που δεν φαίνεται να επιστρέφει ως άμεση προοπτική στις οικονομίες τους. Η στασιμότητά τους μπορεί να μεταβάλλει επαναστατικά προς το χειρότερο τις πολιτικές ισορροπίες στα ίδια τα κράτη και στο περιφερειακό τους περιβάλλον.
Το ζήτημα του Κινεζικού νομίσματος και το Αμερικανικό χρέος που έχει αγοράσει η Κινεζική κυβέρνηση είναι μια πρόσθετη πηγή ανασφάλειας με πολλαπλές επιδράσεις αν τύχει να ξεφύγουν – εκούσια ή ακούσια – τα πράγματα από τον έλεγχο.
Τέλος, έρχονται και τα στοιχεία από τα πλούσια κράτη του Αραβικού Κόλπου που δείχνουν ανησυχητικές τάσεις αύξησης των ελλειμμάτων και αισθητή συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας. Μία μεγάλη οικονομική κρίση στη Μ. Ανατολή και στη μισή σχεδόν Αφρική παράλληλα με τον αυξανόμενο Ισλαμικό εξτρεμισμό, είναι το τελευταίο πράγμα που θα θέλαμε να δούμε στον βιολογικό μας βίο. Κράτη όπως η Σαουδική Αραβία θα αποσταθεροποιηθούν σε τέτοιο βαθμό που πρακτικά η επικοινωνία μεταξύ Δύσης και Ανατολής θα προσομοιάζει τις εποχές της Αναγέννησης.
Είμαστε λοιπόν μπροστά σε κάτι πολύ ευρύτερο, μπροστά σε ένα νέο κύκλο – υβριδικών αυτή τα φορά – κρίσεων που ασύμμετρα θα επηρεάσουν το σύνολο του πλανήτη, χωρίς να μπορεί μεμονωμένα ένα κράτος ή οι διεθνείς θεσμοί να παρέμβουν και να ασκήσουν αποτελεσματικά σταθεροποιητικές πολιτικές.
Πηγή AnalystsForChange
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Από το Ας μιλήσουμε επιτέλους
-->
Διεθνολόγου
Τα πράγματα δεν πάνε καθόλου καλά διεθνώς, και η ανησυχία αυξάνει καθώς φαίνεται ότι οι διεθνείς θεσμοί αδυνατούν πρακτικά να δώσουν λύσεις στα παγκόσμια προβλήματα, τα οποία γίνονται ολοένα και πιο σύνθετα.
Μετά τους δύο παγκοσμίους πολέμους, επιχειρήθηκε η ενσωμάτωση όλων των κρατών σε ένα θεσμικό πλαίσιο διεθνούς αλληλεξάρτησης με το σκεπτικό ότι η αλληλεξάρτηση μεταξύ των κρατών και η διεθνοποίηση της
επίλυσης των διαφορών θα μείωναν αισθητά τις παγκόσμιες συγκρούσεις. Και η υπόθεση αυτή δούλεψε στην πράξη καλά και αποτελεσματικά για πολλές δεκαετίες.
Έτσι φτιάχτηκαν θεσμοί και διεθνείς οργανισμοί ώστε ο καθένας να ασχολείται με συγκεκριμένες θεματικές ή γεωγραφικές ενότητες και οι διαφορές ή τα προβλήματα να λύνονται με τη διπλωματία και όχι με τα όπλα. Οι οικονομικές κρίσεις διευθετούνταν μέσα από διεθνείς οικονομικούς θεσμούς, οι στρατιωτικές μέσα από διεθνείς συμφωνίες, οι νομικές και διεθνοπολιτικές μέσα από την διπλωματία των διεθνών οργάνων και ούτω καθεξής. Κυρίως όμως οι διεθνείς επαφές και τα διεθνή θεσμικά όργανα προλάμβαναν τις κρίσεις ή την κλιμάκωση αυτών. Οι κρατικές φιλοδοξίες περιορίζονταν πλέον θεσμικά και σε διεθνές επίπεδο.
Το μοντέλο της θεσμικής διεθνούς αλληλεξάρτησης δούλεψε τόσο καλά που και μετά την κατάρρευση του διπολισμού το 1990, οδήγησε σε ένα πρωτοφανή πολλαπλασιασμό των διεθνών οργάνων για την διευθέτηση της νέας, πιο σύνθετης, μετα-ψυχροπολεμικής τάξης.
Την ίδια ώρα όμως που η νέα μετά-ψυχροπολεμική τάξη, με το «τέλος της ιστορίας» μέσα από τη διεθνή αλληλεξάρτηση και συνεργασία όλων των κρατών, μας διαβεβαίωνε ότι θα ζήσουμε εποχές ειρήνης και ευημερίας, άρχισαν πολλά φιλόδοξα κράτη να δοκιμάζουν τις δυνατότητές τους για περισσότερη ισχύ χρησιμοποιώντας αυτή τη φορά μέσα διαφορετικά από αυτά του πολέμου για να πετύχουν τις επιδιώξεις τους. Η οικονομία και οι αγορές ήταν το νέο αποσταθεροποιητικό «όπλο» του διεθνούς συστήματος. Στο όνομα της απελευθέρωσης των αγορών και της ευημερίας των κοινωνιών, κρατικά ομόλογα και χρηματοπιστωτικά παράγωγα υπονόμευσαν τη διεθνή σταθερότητα. Σε αυτά προστέθηκε η τεχνολογία, η οποία με τη σειρά της έφερε πλουραλισμό ευκαιριών και κινδύνων. Πίσω από όλα αυτά όμως δεν έπαψαν να δρουν κράτη. Κόντρα στο πνεύμα των διεθνών θεσμών και μέσα στο παραμυθένιο κλίμα ευφορίας της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, τα φιλόδοξα κράτη επέστρεψαν σιωπηρά στη λογική των εθνικών συμφερόντων, της μυστικής διπλωματίας, και προώθησαν κάτω από το τραπέζι κρυφές σχέσεις συμφερόντων ή εκατέρωθεν εκβιασμών. Η διεθνοπολιτική υποκρισία κάλυπτε αποτελεσματικά αυτό το κρυφό σκηνικό μέχρι και το 2008, όπου η οικονομική κρίση άνοιξε τον ασκό του Αιόλου και έδωσε βήμα στην κοινωνική απελπισία και στους υβριδικούς πολέμους. Οι υβριδικοί πόλεμοι είναι οι τίτλοι τέλους μιας πολύχρονης προσπάθειας διεθνούς θεσμικής οργάνωσης της παγκόσμιας κοινωνίας.
Το κακό όμως δεν σταματά εδώ. Μετά τους υβριδικούς πολέμους, θα πρέπει η παγκόσμια κοινότητα να αρχίσει να ετοιμάζεται για υβριδικές κοινωνικές αναταραχές και νέες πολύ πιο σύνθετες και καταστροφικές υβριδικές οικονομικές κρίσεις. Ο χαρακτηρισμός τους ως υβριδικών σχετίζεται με την φύση τους. Θα είναι σχεδόν ταυτόχρονα, χρηματοπιστωτικές, οικονομικές, παραγωγικές, πολιτικές, κοινωνικές, πολιτισμικές και κρίσεις πόρων, είτε μιλάμε για το νερό, τα τρόφιμα, το έδαφος ή το περιβάλλον.
Ήδη στη Δύση βιώνουμε μια βαθιά πολυδιάστατη κρίση, με κυριότερη και σημαντικότερη την κρίση ρευστότητας. Η κρίση ρευστότητας δεν σχετίζεται με την οικονομία, αλλά με την αναντιστοιχία μεταξύ του ρυθμού εμφάνισης των αλλαγών και των επιπτώσεων τους, σε σχέση με τον ρυθμό ομαλής ενσωμάτωσης αυτών των αλλαγών στο σώμα της κοινωνίας. Η ρευστότητα αυτή στερεί από την κοινωνία την δυνατότητα του ομαλού κοινωνικού βίου και του σχεδιασμού σε όλα τα επίπεδα. Η απορύθμιση που προκαλείται φέρνει ανασφάλεια με πολύπλευρες προεκτάσεις που μόνο με την περίοδο μετά την πτώση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας μπορεί να συγκριθεί.
Αντίστοιχα και άλλες περιοχές του πλανήτη ακολουθούν τον δρόμο της αποσταθεροποίησης. Στην πρόσφατη Σύνοδο του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας στη Λίμα του Περού επισημάνθηκε ως κίνδυνος πλέον η αισθητή μείωση του ρυθμού ανάπτυξης των BRICS. Η σταθερότητά τους βασίστηκε σε μια υπερδεκαετή ζήτηση και αύξηση των τιμών στα commodities, κάτι που δεν φαίνεται να επιστρέφει ως άμεση προοπτική στις οικονομίες τους. Η στασιμότητά τους μπορεί να μεταβάλλει επαναστατικά προς το χειρότερο τις πολιτικές ισορροπίες στα ίδια τα κράτη και στο περιφερειακό τους περιβάλλον.
Το ζήτημα του Κινεζικού νομίσματος και το Αμερικανικό χρέος που έχει αγοράσει η Κινεζική κυβέρνηση είναι μια πρόσθετη πηγή ανασφάλειας με πολλαπλές επιδράσεις αν τύχει να ξεφύγουν – εκούσια ή ακούσια – τα πράγματα από τον έλεγχο.
Τέλος, έρχονται και τα στοιχεία από τα πλούσια κράτη του Αραβικού Κόλπου που δείχνουν ανησυχητικές τάσεις αύξησης των ελλειμμάτων και αισθητή συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας. Μία μεγάλη οικονομική κρίση στη Μ. Ανατολή και στη μισή σχεδόν Αφρική παράλληλα με τον αυξανόμενο Ισλαμικό εξτρεμισμό, είναι το τελευταίο πράγμα που θα θέλαμε να δούμε στον βιολογικό μας βίο. Κράτη όπως η Σαουδική Αραβία θα αποσταθεροποιηθούν σε τέτοιο βαθμό που πρακτικά η επικοινωνία μεταξύ Δύσης και Ανατολής θα προσομοιάζει τις εποχές της Αναγέννησης.
Είμαστε λοιπόν μπροστά σε κάτι πολύ ευρύτερο, μπροστά σε ένα νέο κύκλο – υβριδικών αυτή τα φορά – κρίσεων που ασύμμετρα θα επηρεάσουν το σύνολο του πλανήτη, χωρίς να μπορεί μεμονωμένα ένα κράτος ή οι διεθνείς θεσμοί να παρέμβουν και να ασκήσουν αποτελεσματικά σταθεροποιητικές πολιτικές.
Πηγή AnalystsForChange
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Από το Ας μιλήσουμε επιτέλους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου