Κάθε φορά που κυκλοφορεί ένα καινούριο φάρμακο για τον Διαβήτη, ο μεγαλύτερος φόβος είναι η εμφάνιση παρενεργειών σε βάθος χρόνου. Τα φάρμακα βγαίνουν στην αγορά μετά από την εκτέλεση μελετών που καταγράφουν τις παρενέργειες σε διάστημα 2-5 ετών. Για μεγαλύτερα διαστήματα, όμως κανείς δεν εγγυάται τι μπορεί να συμβεί.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει μια συνεχής παρακολούθηση και ανάλυση δεδομένων, που προκύπτουν μετά την συνταγογράφηση τους. Το Εθνικό Σύστημα Υγείας της Δανίας είναι από
τα πιο οργανωμένα καταγραφικά συστήματα όλων των φαρμακευτικών παρενεργειών. Στο Ευρωπαϊκό Διαβητολογικό Συνέδριο της Στοκχόλμης (2015) παρουσιάστηκαν αποτελέσματα καταγραφής, από την ανάπτυξη καρκίνου παγκρέατος, σε σχέση με όλα τα αντί-διαβητικά φάρμακα, για διάστημα 7 ετών.
Το προηγούμενο διάστημα υπήρχε μια έντονη συζήτηση, για την πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου του παγκρέατος ή παγκρεατίτιδας, μετά την χρήση των DPP-4 αναστολέων και GLP-1 αναλόγων. Η αιτία της ανησυχίας ήταν η υπόθεση, ότι η συνεχής ενεργοποίηση των υποδοχέων του GLP-1 που βρίσκονται στο πάγκρεας, μπορεί να οδηγήσει σε ανάπτυξη καρκίνου στο πάγκρεας.
Η παρατήρηση επίσης, ότι στον Διαβήτη παρουσιάζεται αύξηση του καρκίνου του παγκρέατος, επέτεινε τη συσχέτιση των φαρμάκων και του καρκίνου. Στον αντίλογο, υπήρχαν εκείνοι που θεωρούσαν ότι ο Διαβήτης από μόνος του μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των περιστατικών καρκίνου.
Σε αυτήν την αντιμαχία τα αποτελέσματα από την Δανία φαίνεται ότι δίνουν οριστικές απαντήσεις. Το πρώτο συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι σχεδόν όλα τα αντί-διαβητικά φάρμακα σχετίζονται με αύξηση της πιθανότητας ανάπτυξης καρκίνου του παγκρέατος. Συγκεκριμένα, τα άτομα με διαβήτη που πήραν μόνο μετφορμίνη παρουσίασαν αύξηση του κινδύνου παγκρέατος 2,7 φορές σε σχέση με εκείνους που δεν πήραν ποτέ κανένα φάρμακο. Οι DPP-4 αναστολείς, για τους οποίους υπήρχε η εντονότερη ανησυχία, παρουσιάζουν αύξηση του σχετικού κινδύνου κατά 3,9 και αντίστοιχα η αύξηση του σχετικού κινδύνου για τους GLP-1 αγωνιστές ανέρχεται σε 2,7. Έκπληξη προκάλεσε η επίδραση της ινσουλίνης στο σχετικό κίνδυνο, ο οποίος αυξάνεται κατά 3,6 μετά την χρήση της. Επίσης ενώ φαίνεται ότι ο συνδυασμός των αντιδιαβητικών φαρμάκων δεν αυξάνουν περισσότερο τον κίνδυνο, όταν ο συνδυασμός εμπεριέχει ινσουλίνη ο κίνδυνος αυξάνεται.
Από τα παραπάνω αποτελέσματα μπορούμε να εξάγουμε το συμπέρασμα ότι τα αντιδιαβητικά φάρμακα αυξάνουν ισότιμα τον σχετικό κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του παγκρέατος, χωρίς να ενοχοποιείται μια συγκεκριμένη κατηγορία φαρμάκων.
-->
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει μια συνεχής παρακολούθηση και ανάλυση δεδομένων, που προκύπτουν μετά την συνταγογράφηση τους. Το Εθνικό Σύστημα Υγείας της Δανίας είναι από
τα πιο οργανωμένα καταγραφικά συστήματα όλων των φαρμακευτικών παρενεργειών. Στο Ευρωπαϊκό Διαβητολογικό Συνέδριο της Στοκχόλμης (2015) παρουσιάστηκαν αποτελέσματα καταγραφής, από την ανάπτυξη καρκίνου παγκρέατος, σε σχέση με όλα τα αντί-διαβητικά φάρμακα, για διάστημα 7 ετών.
Το προηγούμενο διάστημα υπήρχε μια έντονη συζήτηση, για την πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου του παγκρέατος ή παγκρεατίτιδας, μετά την χρήση των DPP-4 αναστολέων και GLP-1 αναλόγων. Η αιτία της ανησυχίας ήταν η υπόθεση, ότι η συνεχής ενεργοποίηση των υποδοχέων του GLP-1 που βρίσκονται στο πάγκρεας, μπορεί να οδηγήσει σε ανάπτυξη καρκίνου στο πάγκρεας.
Η παρατήρηση επίσης, ότι στον Διαβήτη παρουσιάζεται αύξηση του καρκίνου του παγκρέατος, επέτεινε τη συσχέτιση των φαρμάκων και του καρκίνου. Στον αντίλογο, υπήρχαν εκείνοι που θεωρούσαν ότι ο Διαβήτης από μόνος του μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των περιστατικών καρκίνου.
Σε αυτήν την αντιμαχία τα αποτελέσματα από την Δανία φαίνεται ότι δίνουν οριστικές απαντήσεις. Το πρώτο συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι σχεδόν όλα τα αντί-διαβητικά φάρμακα σχετίζονται με αύξηση της πιθανότητας ανάπτυξης καρκίνου του παγκρέατος. Συγκεκριμένα, τα άτομα με διαβήτη που πήραν μόνο μετφορμίνη παρουσίασαν αύξηση του κινδύνου παγκρέατος 2,7 φορές σε σχέση με εκείνους που δεν πήραν ποτέ κανένα φάρμακο. Οι DPP-4 αναστολείς, για τους οποίους υπήρχε η εντονότερη ανησυχία, παρουσιάζουν αύξηση του σχετικού κινδύνου κατά 3,9 και αντίστοιχα η αύξηση του σχετικού κινδύνου για τους GLP-1 αγωνιστές ανέρχεται σε 2,7. Έκπληξη προκάλεσε η επίδραση της ινσουλίνης στο σχετικό κίνδυνο, ο οποίος αυξάνεται κατά 3,6 μετά την χρήση της. Επίσης ενώ φαίνεται ότι ο συνδυασμός των αντιδιαβητικών φαρμάκων δεν αυξάνουν περισσότερο τον κίνδυνο, όταν ο συνδυασμός εμπεριέχει ινσουλίνη ο κίνδυνος αυξάνεται.
Από τα παραπάνω αποτελέσματα μπορούμε να εξάγουμε το συμπέρασμα ότι τα αντιδιαβητικά φάρμακα αυξάνουν ισότιμα τον σχετικό κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του παγκρέατος, χωρίς να ενοχοποιείται μια συγκεκριμένη κατηγορία φαρμάκων.
Η επέκταση της παρατήρησης για περισσότερα χρόνια, πιθανότατα να μας προσδώσουν ασφαλέστερα συμπεράσματα.
Ρηγόπουλος Δημήτριος
Παθολόγος-Διαβητολόγος
www.smarthealth.gr
www.seminariogiadiavitikous.gr
Πηγή
Από το sahiel
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου